Τουρισμός: Ξεμείναμε από «γκαρσόνια του Αιγαίου» – Η πληγή των κενών θέσεων εργασίας
Ολοταχώς για νέο ρεκόρ οδεύει ο ελληνικός τουρισμός μετά από ένα έτος (2023) με περίπου 33 εκατομμύρια επισκέπτες από το εξωτερικό. Ήδη τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι η ζήτηση είναι αυξημένη κατά 10% συγκριτικά με πέρυσι. Οι παράγοντες της αγοράς μετρούν αντίστροφα για την έναρξη της θερινής τουριστικής περιόδου που αναμένεται να ξεκινήσει νωρίτερα από κάθε άλλη χρονιά, εξαιτίας του Καθολικού Πάσχα και των καλών καιρικών συνθηκών και όπως και πέρυσι, έτσι και φέτος, μεγάλο στοίχημα αποτελεί η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου.
Ο δρόμος ωστόσο δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα καθώς η σεζόν ξεκινάει με πολλές χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας που απειλούν να τινάξουν στον αέρα τη σεζόν.
53.000 κενές θέσεις εργασίας
Η Handelsblatt γράφει για την αυξανόμενη έλλειψη εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα και βάζει σε πρώτο πλάνο την ανάγκη που υπάρχει για εύρεση ανθρώπινου δυναμικού.
Ο ανταποκριτής της γερμανικής εφημερίδας στην Αθήνα, Γκερντ Χέλερ, αφού σημειώνει πως η ελληνική κυβέρνηση ελπίζει πως ο ελληνικός τουρισμός θα «σπάσει» ρεκόρ και για το 2024, θέτει το κομβικής σημασίας ερώτημα: «Ποιος όμως θα στρώσει τα κρεβάτια των επισκεπτών;».
Το πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις του τουρισμού είναι υπαρκτό και οι αριθμοί αμείλικτοι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού ανέρχονται σε 53.000 και μαζί με τις κενές θέσεις στην εστίαση φτάνουν συνολικά τις 80.000.
«Η έλλειψη εργατικού δυναμικού αποτελεί ένα ολοένα και μεγαλύτερο πρόβλημα» αναφέρει το ρεπορτάζ της Handelsblatt με την κυβέρνηση να δέχεται πυρά για την απογύμνωση του ελληνικού τουρισμού από το εξειδικευμένο ελληνικό εργατικό δυναμικό.
Μιλώντας στην κρατική τηλεόραση, πριν από δύο ημέρες, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Επισιτισμό-Τουρισμό Γιώργος Χότζογλου, ήταν «ποταμός».
«Οδεύουμε ολοταχώς για πάνω από 60.000 κενές θέσεις εργασίας. Βάζουμε σε κίνδυνο την ποιότητα του τουριστικού προϊόντος στη χώρα (…)» ανέφερε μεταξύ άλλων προσδιορίζοντας τους κύριους λόγους για την «αιμορραγία»:
- H πανδημία έπληξε τον τουρισμό όσο κανένα άλλο κλάδο – «Σχεδόν δύο χρόνια κλειστά, ζώντας την απόλυτη εξαθλίωση και τον εμπαιγμό με τις αναστολές σύμβασης και τα 534 ευρώ … Προσέξτε, δεν τα παίρναμε κάθε 30 ημέρες όπως έλεγε η κυβέρνηση, αλλά κάθε 40 ή κάθε 50 ημέρες. Χιλιάδες συνάδελφοι μου δεν μπορούσαν να βιοποριστούν και να ζήσουν τις οικογένειές τους και στράφηκαν σε άλλους κλάδους».
- H εργοδοτική παραβατικότητα που ήταν σκληρότερη και από την εποχή των μνημονίων με την επανεκκίνηση του τουρισμού μετά την πανδημία – «Συνάδελφοί μου, κυρίως εξειδικευμένο προσωπικό, μάγειροι, chef, έχουν μεταναστεύσει σε ανταγωνιστικές προς την Ελλάδα χώρες στον τουρισμό, στην Κύπρο, την Μάλτα, την Ισπανία, την Κροατία»
- H εγκατάλειψη από την Πολιτεία τους χειμερινούς μήνες – «Ακόμη μνημονιακός νόμος περιορίζει την ισχύ του επιδόματος ανεργίας σε μόλις 3 μήνες … πρακτικά στη βόρεια Ελλάδα που οι καιρικές συνθήκες δεν ευνοούν για επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, εργαζόμενοι που απολύονται τον Σεπτέμβριο, επιδοτούνται μέχρι τον Δεκέμβριο. Από τον Δεκέμβριο μέχρι τον επόμενο Μάιο είναι χωρίς εισόδημα. Αλλά και στη νότια Ελλάδα, εργαζόμενοι απολύονται Οκτώβριο, έχουν επίδομα ανεργίας μέχρι τον Ιανουάριο. Από τον Ιανουάριο μέχρι τον Μάιο, είναι επίσης χωρίς εισόδημα.
Το δημογραφικό πλήγμα και για τον τουρισμό
Η εξίσωση που καλούνται να λύσουν οι αρμόδιοι δεν είναι εύκολη καθώς στα γνωστά προβλήματα της χαμηλού κόστους εργασίας που προσφέρεται, των απαράδεκτων συνθηκών διαβίωσης και των εξοντωτικών ωραρίων έρχονται να προστεθούν και δημογραφικά ζητήματα όπως εντοπίζει το ρεπορτάζ της γερμανικής εφημερίδας. «Περίπου 600.000 κυρίως νέοι Έλληνες έφυγαν για το εξωτερικό. […] Μεταξύ 2010 και 2020 ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 5,9%. […] Και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων η Ελλάδα πρόκειται να χάσει μισό εκατομμύριο εργαζόμενους έως το 2040».
Μάλιστα, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Eurostat, αναφορικά με το κόστος εργασίας, η Ελλάδα απέχει παρασάγγας από τη δυτική Ευρώπη και ανταγωνίζεται τις χώρες των Βαλκανίων και του πρώην ανατολικού μπλοκ. Η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία ανακοίνωσε πως το ωριαίο κόστος εργασίας διαμορφώθηκε για το 2023 στα 15,7 ευρώ, εμφανίζοντας άνοδο σε σύγκριση με το 2022 και το 2021, όταν διαμορφωνόταν στα 14,7 ευρώ και τα 13,9 ευρώ αντίστοιχα. Όμως, το ποσό αυτό εξακολουθεί να απέχει σημαντικά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που ανήλθε στα 31,8 ευρώ στην Ε.Ε. και στα 35,6 ευρώ στην Ευρωζώνη.
Αν και «ο συντηρητικός πρωθυπουργός Μητσοτάκης έχει θέσει το δημογραφικό ζήτημα σε προτεραιότητα», τα κυβερνητικά προγράμματα και επιδόματα «θα έχουν αντίκτυπο στην αγορά εργασίας σε κάποιες δεκαετίες από τώρα. Και οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να περιμένουν τόσο πολύ», σχολιάζει ο ανταποκριτής της HB.
Η κυβέρνηση μη μπορώντας να δώσει λύσεις σχεδιάζει τη σύναψη συμφωνιών με άλλα κράτη, που θα επιτρέψουν σε δεκάδες χιλιάδες αλλοδαπούς εργαζόμενους να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα.
Η συντηρητική γερμανική εφημερίδα σχολιάζει μάλιστα τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για τη χορήγηση άδειας παραμονής σε μετανάστες που ζουν επί τουλάχιστον τρία χρόνια στην Ελλάδα ένα έχουν κάποια νόμιμη απασχόληση χαρακτηρίζοντας το σχέδιο «αμφιλεγόμενο» ακόμη και από «μέλη του κυβερνώντος κόμματος».
πηγή: creta24