Κόκκινα δάνεια: Οι προτάσεις ρυθμίσεων και διαγραφών από τους servicers στους οφειλέτες
Ρυθμίσεις κομμένες και ραμμένες στα μέτρα του καθενός προσφέρουν οι εταιρείες διαχείρισης επισφαλών απαιτήσεων σε όσους δεν έχουν αποδεδειγμένα τη δυνατότητα να εξυπηρετήσουν το δάνειό τους.
Οι προτεινόμενες λύσεις μπορεί να έχουν ήπιο χαρακτήρα ή να περιλαμβάνουν ακόμη και κούρεμα της οφειλής.
Ειδικότερα, σε κάθε υπόθεση το μέγεθος και ο τύπος της αναδιάρθρωσης είναι συνάρτηση δύο παραγόντων. Πρώτον του επιπέδου των εισοδημάτων και δεύτερον του ύψους της περιουσίας του οφειλέτη.
Στόχο των αλγόριθμων που χρησιμοποιούν οι servicers, αλλά και του μοντέλου παραγωγής ρυθμίσεων μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, είναι η νέα μηνιαία δόση να διαμορφωθεί σε επίπεδα ανεκτά για το νοικοκυριό, ανάλογα με τη σύνθεση και τις ανάγκες του.
Η κόκκινη γραμμή
Σε κάθε περίπτωση όμως υπάρχει μία λεπτή κόκκινη γραμμή που σχετίζεται με την αξία των ακινήτων του δανειολήπτη και δεν μπορεί να ξεπεραστεί.
Συγκεκριμένα, το σύνολο των δόσεων μίας ρύθμισης σε όρους παρούσας αξίας δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο της εκτιμώμενης καθαρής ανάκτησης από τον εκποίηση του συνόλου ή μέρους της περιουσίας του οφειλέτη.
Ο λόγος γίνεται για την αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών στο δίκαιο της αφερεγγυότητας. Σύμφωνα με αυτήν, αν η τράπεζα ή ένα fund μπορεί να ανακτήσει περισσότερα από τον πλειστηριασμό των περιουσιακών στοιχείων του δανειολήπτη, υποθηκευμένων ή μη, η αναγκαστική εκτέλεση είναι μονόδρομος.
Ακόμη όμως και σε αυτές τις περιπτώσεις, σε συνεννόηση με τον οφειλέτη, είναι δυνατή η αξιοποίηση της περιουσίας του, ως μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης των οφειλών.
Μάλιστα, οι servicers συνεργάζονται με εξειδικευμένες στον τομέα των ακινήτων εταιρείες, οι οποίες διευκολύνουν τις σχετικές συναλλαγές.
Στον αντίποδα, εάν η αξία της περιουσίας είναι χαμηλότερη από τις οφειλές, ο διαχειριστής σχεδόν πάντοτε προτείνει κούρεμα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα στεγαστικά δάνεια σε ελβετικό φράγκο, των οποίων τα υπόλοιπα λόγω της ανατίμησής του σε σύγκριση με το ευρώ τα προηγούμενα χρόνια, μπορεί να έχουν διαμορφωθεί σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα της αξίας των ακινήτων που χρηματοδότησαν.
Από εκεί και πέρα, κρίσιμο κριτήριο για τη διαμόρφωση των όρων μίας ρύθμισης αποτελεί η ηλικία του οφειλέτη.
Κι αυτό διότι οι servicers είναι διατεθειμένοι να επιμηκύνουν τη διάρκεια αποπληρωμής έως και το 85ο έτος του, με στόχο τη διαμόρφωση των μηνιαίων καταβολών σε όσο το δυνατόν χαμηλότερα επίπεδα.
Προτίμηση στις ρυθμίσεις
«Όποιος θέλει να ρυθμίσει το δάνειό του, λύση θα βρεθεί» υπογραμμίζει πηγή από τον κλάδο των servicers. «Στην πράξη δεν ξεκινά καμία διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης, εάν ο δανειολήπτης δεν έχει κληθεί προηγουμένως να ρυθμίσει συμβιβαστικά τις οφειλές του και μάλιστα επανειλημμένα» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Όπως εξηγεί, «προτιμούμε πάντοτε μία βιώσιμη αναδιάρθρωση σε σχέση με ένα ενδεχόμενο πλειστηριασμό που έχει κόστος σε χρόνο και σε χρήμα. Αρκεί να τηρείται η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης του πιστωτή, την οποία είμαστε υποχρεωμένοι να τηρούμε».
Συγκεκριμένα, για να ολοκληρωθεί μια διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης, από την έκδοση διαταγής πληρωμής μέχρι τον πλειστηριασμό, απαιτούνται συνήθως 2-3 χρόνια. Επίσης, για ένα δάνειο ύψους 100.000 ευρώ, τα έξοδα αναγκαστικής είσπραξης ανέρχονται περίπου σε 15.000 ευρώ.
Τα κουρέματα έως σήμερα
Η ίδια πηγή υπογραμμίζει πως για να γίνει κατανοητή η προτεραιότητα που δίνεται στις συναινετικές ρυθμίσεις έναντι των πλειστηριασμών, «αρκεί μόνο να επισημανθεί ότι κατά τα έτη 2020 – 2022, το 83% των ανακτήσεων προήλθε από συναινετικές λύσεις διευθέτησης, ενώ μόνο το 17% από πλειστηριασμούς».
Σημειώνεται ότι έως τα τέλη της περασμένης χρονιάς οι εταιρείες διαχείρισης είχαν προχωρήσει σε ρυθμίσεις δανείων ύψους 35 δισ. ευρώ, στην πλειονότητα των οποίων οι προτάσεις περιλάμβαναν και άφεση χρέους.
Ενδεικτικά, σε αυτό το διάστημα στα στεγαστικά δάνεια το κούρεμα κινήθηκε μεταξύ 35% – 40%, στα καταναλωτικά στο 50% – 65%, στα δάνεια μικρών επιχειρήσεων στο 55% και στα μεγάλα εταιρικά δάνεια στο 40%.
Τα ποσοστά αυτά αφορούν μέσους όρους και σε καμία περίπτωση δεν ανάγονται σε κάθε μεμονωμένο δάνειο, αφού οι οικονομικές δυνατότητες και η περιουσιακή κατάσταση των οφειλετών, όπως προαναφέρθηκε, διαφέρουν και εκτιμώνται κατά περίπτωση.
ot.gr
πηγή: flashnews