New York Times: Πόσο μεγάλη είναι στην πραγματικότητα η τραπεζική κρίση κατά τον Πολ Κρούγκμαν
Ακόμα και οι πέτρες πλέον ξέρουν ότι η Silicon Valley Bank, η Signature Bank, η First Republic Bank πάτησαν την… πεπονόφλουδα της κατάρρευσης τους. Η Credit Suisse απλά πρόλαβε να εξαγοραστεί με τη μεσολάβηση της ελβετικής κυβέρνησης από την αντίπαλη της UBS.
Αυτό που δεν ξέρει όμως κανείς είναι «ποιες άλλες νάρκες θα σκάσουν» στο άμεσο μέλλον.
Το ερώτημα αυτό έθεσε πριν από δύο μέρες στη στήλη του στους New York Times ο Νομπελίστας οικονομολόγος, Πολ Κρούγκμαν, σχολιάζοντας ότι η τραπεζική κρίση στις ΗΠΑ πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες ύφεσης και κατά τη γνώμη του η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) θα πρέπει να σταματήσει να ασκεί πίεση στην οικονομία.
Διαφορετική ανάγνωση
Εμφανίστηκε πάντως περισσότερο αισιόδοξος απέναντι τους αναλυτές, που προειδοποιούν για υπερπληθωρισμό και κατάρρευση του δολαρίου, και ασχολούνται κατά κύριο λόγο με τα κρυπτονομίσματα, σημειώνοντας πως η μαζική φυγή καταθετών από τις τράπεζες συνήθως μετριάζει τις ανοδικές πιέσεις στις τιμές.
Αυτό άλλωστε συνέβη και τα πρώτα χρόνια μετά τη Μεγάλη Ύφεση, αλλά και στη διάρκεια της κρίσης του 2008 που πυροδότησε η κατάρρευση της Lehman Brothers.
Ο ίδιος μάλιστα εξήγησε ότι με τη μεταφορά των καταθέσεων σε μεγαλύτερες τράπεζες και σε funds θα υπάρξει σύσφιγξη των οικονομικών συνθηκών.
Με αυστηρότερους εποπτικούς κανόνες και αυστηρότερες απαιτήσεις σε ό,τι αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια και τη ρευστότητα, αυτές οι οντότητες τείνουν να δανείζουν λιγότερο σε επιχειρήσεις σε σχέση με τις μικρές και τις μεσαίες τράπεζες.
Μείωση ρευστότητας
Ο Κρούγκμαν επίσης τόνισε ότι με την απειλή κατάρρευσης περισσότερων τραπεζών, οι τράπεζες θα γίνουν πιο επιφυλακτικές. «Κατά πάσα πιθανότητα θα δούμε σημαντική μείωση ρευστότητας», είπε, συγκρίνοντας τις σφιχτότερες πιστωτικές συνθήκες με την αύξηση επιτοκίων από τη Fed.
«Σαφώς, ο κίνδυνος ύφεσης έχει αυξηθεί και ο κίνδυνος πληθωρισμού έχει αυξηθεί», είπε χαρακτηριστικά.
Γι’ αυτό και προέτρεψε τη Fed να μην αυξήσει τα επιτόκια έως ότου ξεκαθαριστεί το τοπίο στις τράπεζες. Έκρουσε όμως σε ώτα μη ακουόντων, αφού η Fed ανακοίνωσε αύξηση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, παρά την τραπεζική αναστάτωση.
Σε κάθε περίπτωση ο Αμερικανός οικονομολόγος απέκλεισε το σενάριο συστημικών κινδύνων. «Δεν φαίνεται να είναι μια πλήρης χρηματοπιστωτική κρίση. Μείνετε όμως συντονισμένοι», προειδοποίησε.
Η Λαγκάρντ και η ΕΚΤ
Από την πλευρά της η Κριστίν Λαγκάρντ, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) εκτίμησε ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων της έχουν μόλις αρχίσει να επηρεάζουν την οικονομία, αλλά ο αντίκτυπός τους μπορεί να γίνει ισχυρότερος ως αποτέλεσμα της τραπεζικής αναταραχής.
Οι επενδυτές διερωτώνται αν η ΕΚΤ θα μπορεί να συνεχίσει τις αυξήσεις των επιτοκίων για την καταπολέμηση του υψηλού πληθωρισμού παρά την αναταραχή στον τραπεζικό τομέα που εκδηλώθηκε με τη χρεοκοπία δύο αμερικανικών τραπεζών και τη διάσωση της Credit Suisse την τελευταία στιγμή.
Οι κινήσεις της ΕΚΤ, είπε η Λαγκάρντ, για την αύξηση των επιτοκίων μπορεί να έχουν μεγαλύτερο αποτέλεσμα, αν οι τράπεζες γίνουν πιο επιφυλακτικές στην ανάληψη κινδύνων και αρχίσουν να ζητούν υψηλότερα επιτόκια για τα δάνεια που δίνουν, κάτι που πιθανόν υπονοεί ότι η ΕΚΤ θα χρειαστεί να αυξήσει λιγότερο τα επιτόκιά της.
Μείωση πληθωρισμού
«Αν, για παράδειγμα, οι τράπεζες αρχίσουν να εφαρμόζουν ένα υψηλότερο “περιθώριο διαμεσολάβησης” -κάτι που σημαίνει ότι για κάθε επίπεδο των βασικών επιτοκίων ζητούν μεγαλύτερη αποζημίωση για τον κίνδυνο που παίρνουν με τον δανεισμό-, τότε η μετάδοση θα είναι ισχυρότερη», τόνισε η ίδια.
Η Λαγκάρντ επιβεβαίωσε την αποφασιστικότητα της ΕΚΤ να μειώσει τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης στο 2% από 8,5% τον Φεβρουάριο.
«Για να μειωθούν οι πληθωριστικές πιέσεις, είναι σημαντικό η νομισματική πολιτική μας να κινείται ισχυρά προς περιοριστική κατεύθυνση… Και αυτή η διαδικασία μόλις έχει αρχίσει να υλοποιείται», πρόσθεσε.
Η ΕΚΤ αύξησε τα βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων κατά 350 μονάδες βάσης (3,5 ποσοστιαίες μονάδες) στο 3% από τον περασμένο Ιούλιο, ενώ οι αγορές αναμένουν να φθάσει στο 3,5% φέτος.
πηγή: creta24