Γιώργος Λυγγερίδης: Στη φυλακή οι ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας και διευθυντικά στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης
Η ανάκριση θα συνεχιστεί το επόμενο διάστημα δεδομένου ότι στη δικογραφία γίνεται αναφορά σε εμπλοκή συνολικά 160 προσώπων.
Το δρόμο για τις φυλακές πήραν έπειτα από ένα διήμερο απολογιών οι πέντε κατηγορούμενοι ως ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας του αστυνομικού Γιώργου Λυγγερίδη στις 7 Δεκεμβρίου στου Ρέντη. Τρεις από αυτούς κατηγορούνται και ως διευθυντικά στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης, η οποία σύμφωνα με την ογκώδη δικογραφία, διέπραξε πλήθος εγκληματικών άλλων ενεργειών. Συνολικά μέσα στο Σαββατοκύριακο προφυλακίστηκαν 13 κατηγορούμενοι από τους 63 που οδηγήθηκαν στα δικαστήρια και οι υπόλοιποι 50 αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους. Αυτός όμως είναι ο απολογισμός του πρώτου μέρους των ερευνών, καθώς η ανάκριση θα συνεχιστεί το επόμενο διάστημα δεδομένου ότι στη δικογραφία γίνεται αναφορά σε εμπλοκή 160 συνολικά προσώπων.
Ειδικότερα, χθες έπεσε η αυλαία των απολογιών των πρώτων 63 κατηγορουμένων για την εγκληματική οργάνωση και 13 από αυτούς μέχρι αργά χθες τα μεσάνυχτα κρίθηκαν προσωρινά κρατούμενοι. Άλλες τρεις προφυλακίσεις είχαν υπάρξει και την περασμένη Παρασκευή αλλά αυτές αφορούν το κακούργημα της προμήθειας και διακίνησης ναρκωτικών ουσιών. Οι τρεις αυτοί κατηγορημένοι είχαν συλληφθεί στο πλαίσιο των ερευνών για την εγκληματική οργάνωση, πλην όμως τους αποδόθηκαν κατηγορίες μόνο για ναρκωτικά. Ακόμη ένας από τους συλληφθέντες είχε παραπεμφθεί σε αυτόφωρο δικαστήριο προκειμένου να δικαστεί για πλημμέλημα.
Τώρα, μεταξύ των προφυλακισθέντων είναι ο «νούμερο 1» της δικογραφίας που φέρεται ως ο αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης, ο περιβόητος «Κοντός» ο οποίος αντιμετώπισε πλήθος αδικημάτων μεταξύ αυτών και για ηθική αυτουργία στη δολοφονία του αστυνομικού. Ο «Κοντός» μαζί με τον μάνατζερ του τράπερ (που επίσης έχει προφυλακιστεί) έδωσαν σύμφωνα με τη δικογραφία το «σήμα» ώστε να ξεκινήσουν τα επεισόδια έξω από το γήπεδο «Μελίνα Μερκούρη», όπου και δολοφονήθηκε ο Γ. Λυγγερίδης. Ήταν δηλαδή τα πρόσωπα εκείνα που με δική τους εντολή ξεκίνησε από τους οργανωμένους οπαδούς η ρίψη των εκρηκτικών μηχανισμών προς τις αστυνομικές δυνάμεις.
Η δικογραφία αναφέρει για τους συγκεκριμένους δύο κατηγορούμενους, που πλέον των άλλων αδικημάτων που τους έχουν απαγγελθεί κατηγορούνται και ως ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας του αστυνομικού: «Μοίρασαν ναυτικές φωτοβολίδες και αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς στα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, που είχαν εξέλθει από το κλειστό γυμναστήριο και ανέμεναν καρτερικά την εντολή για να κινηθούν κατά της διμοιρίας της Ελληνικής Αστυνομίας. Κάποιοι εξ αυτών είχαν δικά τους καπνογόνα, στυλό εκτόξευσης φωτοβολίδων και ναυτικές φωτοβολίδες. Τελικά η εντολή αυτή δόθηκε από τα δύο ηγετικά στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης, οι οποίοι βάδιζαν μπροστά από τους υπόλοιπους με κατεύθυνση προς την διμοιρία. Σύμφωνα με την εντολή του Ι.Α, μόλις αυτός θα έριχνε την πρώτη μολότοφ, τότε οι υπόλοιποι θα ξεκινούσαν να εκτοξεύουν τα αντικείμενα με τα οποία είχαν εφοδιαστεί κατά των Αστυνομικών. Πράγματι, το σχέδιο, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο ενός Αστυνομικού και τον τραυματισμό ενός ακόμη, εκτελέστηκε κατά γράμμα».
Και οι δυο παραπάνω κατηγορούμενοι κατά τις απολογίες τους στους ανακριτές που χειρίζονται την υπόθεση αρνήθηκαν τα αδικήματα που τους έχουν αποδοθεί με τον μάνατζερ μάλιστα του γνωστού τράπερ να υποστηρίζει ότι στοχοποιήθηκε, επειδή οι αρχές του ζήτησαν να καταστεί προστατευόμενος μάρτυρας και εκείνος δεν δέχθηκε. Δεν έπεισαν όμως με τους ισχυρισμούς τους και οδηγήθηκαν στη φυλακή.
Ποιος είναι ο «Κοντός»
Ειδικότερα, ο «Κοντός» ο φερόμενος ως αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης είναι το πρόσωπο εκείνο που σύμφωνα με τη δικογραφία «με την άφιξη του στο γήπεδο «Μελίνα Μερκούρη», τροποποίησε το σχέδιο επίθεσης, το οποίο αν και αρχικά ήταν να πραγματοποιηθεί μετά το πέρας του αγώνα, τελικά με απόφαση του, έλαβε χώρα μετά το πέρας του πρώτου σετ». Ο «Κοντός» «φορώντας καπέλο, ευρισκόμενος στον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου, συνομίλησε με τον Χ. Μ. – Δ. (σ.σ τον μανατζερ του γνωστού τράπερ που κρίθηκε επίσης προφυλακιστέος), ο οποίος βρισκόταν στη κερκίδα των οργανωμένων οπαδών του Ολυμπιακού, πλησίον της πλαϊνής πόρτας, φορώντας μαύρο αμάνικο μπουφάν και μπλούζα σκουρόχρωμη. Στη συνέχεια, αμφότεροι εξήλθαν του γηπέδου, ανέμεναν εξωτερικά του γηπέδου, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης και όταν αυτοί εξήλθαν τους μοίρασαν τα πολεμοφόδια και τους έδωσαν εντολή να τους ακολουθήσουν και όταν αυτοί εκτοξεύσουν τα αντικείμενα που κρατούσαν (ο «Κοντός» τον αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό και ο Χ. Μ- Δ τη ναυτική φωτοβολίδα), να ρίψουν με τη σειρά τους τα αντικείμενα που είχε στην κατοχή του ο καθένας προς τις Αστυνομικές Δυνάμεις».
Στη φυλακή οδηγήθηκε και ένας 33χρονος επίσης εκ των ηθικών αυτουργών της δολοφονίας του αστυνομικού αλλά και κατηγορούμενος για το αδίκημα της διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο 33χρονος κατά την απολογία του στον ανακριτή αρνήθηκε τα αδικήματα λέγοντας ότι δεν είχε καμία συμμετοχή στα επεισόδια της 7ης Δεκεμβρίου. Στο υπόμνημα που κατέθεσε στους ανακριτές υποστήριξε μεταξύ άλλων τα εξής: «Μολονότι είναι εξαιρετικά επισφαλές να κριθεί το ζήτημα της ηθικής αυτουργίας με αυτό τον τρόπο, έστω και ως υπόθεση εργασίας εμένα η διωκτική αρχή δεν με συγκαταλέγει στους φερόμενους ηθικούς αυτουργούς. Οι αστυνομικές Αρχές μέχρι και την 26.02.2024 δεν με συγκαταλέγουν ουχί μόνον ως ηθικό αυτουργό ή φυσικό αυτουργό αλλά ούτε και ως άτομο που «διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην υλοποίηση του σχεδίου»».
Κατά την απολογία του ο 33χρονος αρνήθηκε γενικότερα ότι συμμετείχε στα επεισόδια που έλαβαν χώρα έξω από το γήπεδο «Μελίνα Μερκούρη» στου Ρέντη, κάτι, που όπως υποστήριξε, αποδεικνύεται και από τις φωτογραφίες και το βιντεοληπτικό υλικό που προσκομίζει. «Το βιντεοληπτικό υλικό της δικογραφίας αποδεικνύει ότι από την έναρξη του αγώνα εγώ ευρίσκομαι στην κερκίδα. Δεν χρησιμοποιώ το κινητό μου τηλέφωνο, δεν έχω την οιαδήποτε συζήτηση με τρίτα πρόσωπα, κρατώ ανά χείρας τηλεβόα, απευθύνομαι στην κερκίδα, φωνάζω συνθήματα και προτρέπω να εμψυχώσουμε την αγαπημένη μας ομάδα. Αυτή είναι η μόνη μορφή επικοινωνίας μου, και δη με αόριστο αριθμό ατόμων. Όταν αναφέρει η διωκτική αρχή ότι η κερκίδα αδειάζει εγώ δεν μετακινούμαι από την θέση μου και εξακολουθώ να φωνάζω συνθήματα στην κερκίδα», είπε στον ανακριτή ο 33χρονος και σε ό,τι αφορά στην παρουσία του εντός του γηπέδου ισχυρίστηκε: «Κινήθηκα μόνον εντός του Κ.Γ «Μελίνα Μερκούρη» και συγκεκριμένα κατέβηκα από τις κερκίδες στον αγωνιστικό χώρο για να ενημερωθώ για την κατάσταση εκτός γηπέδου και να ρωτήσω τι θα γίνει με εμάς που έχουμε εγκλωβιστεί εντός γηπέδου. Ευρίσκομαι πάντα εντός γηπέδου και φυσικά ουδέποτε «έσπασα πέτρες». Περαιτέρω καταδεικνύεται ότι ουδέποτε εξήλθα του γηπέδου αλλά κινήθηκα μόνον στον αγωνιστικό χώρο και μόνον όταν διεκόπη ο αγώνας».
Τέλος, στους προφυλακισθέντες συγκαταλέγεται και αποκαλούμενος «Κοκός» ηλικίας 31 ετών. Σύμφωνα με τη δικογραφία ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος παραβρίσκονταν σε όλους τους αγώνες της ομάδας του Ολυμπιακού και βρίσκονταν συνήθως στον αγωνιστικό χώρο φορώντας διαπίστευση. Ακόμη εμφανίζει να υποκινεί οπαδούς στην εκδήλωση επεισοδίων και να «ξεχωρίζει» στην «Θύρα 7».
Οι περιοριστικοί όροι
Αντίθετα, 50 από τους 63 κατηγορούμενους για την εγκληματική οργάνωση μετά τις απολογίες τους αφέθηκαν ελεύθεροι με τους περιοριστικούς όρους της εμφάνισης σε αστυνομικό τμήμα της περιοχής τους, απαγόρευση παρακολούθησης αθλητικών εκδηλώσεων οποιασδήποτε ομάδας ακόμη και σε αγώνες του εξωτερικού και απαγόρευση συμμετοχής σε δραστηριότητες αθλητικών συνδέσμων.
Μεταξύ των κατηγορουμένων που αφέθηκαν ελεύθεροι είναι ο 18χρονος, ο οποίος είχε ομολογήσει ότι έριξε τη ναυτική φωτοβολίδα που τραυμάτισε θανάσιμα τον αστυνομικό και είχε προφυλακιστεί τον περασμένο Δεκέμβριο, όπως και ο 16χρονος αδελφός του.
Η ανάκριση για την υπόθεση συνεχίζεται.