Ο τόπος μου: Καπέσοβο
Eίμαι ένας από τους δέκα μόνιμους κατοίκους του Καπεσόβου. Το Καπέσοβο είναι ένα μικρό χωριό του Ζαγοριού, καλοδιατηρημένο, χαρακτηριστικό δείγμα της ζαγορίσιας αρχιτεκτονικής, με μεγάλη ιστορία και πλούσια παράδοση. Για τους λόγους αυτούς υπόκειται σε ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας και όχι μόνο ως παραδοσιακός οικισμός, όπως τα περισσότερα χωριά του Ζαγορίου.
Γεννήθηκα στο Καπέσοβο και ξαναγύρισα σε αυτό, από το οποίο ποτέ δεν έλειψα ουσιαστικά, το 1998, όταν αρχίσαμε την τουριστική δραστηριότητα με τη σύζυγο και τις δυο μου κόρες. Ανοίξαμε τη Στέρνα, το μικρό καφέ-πρατήριο όπου διαθέταμε προϊόντα δικής μας παραγωγής στην πλατεία του χωριού. Επίσης, μετατρέψαμε ένα παραδοσιακό κτίσμα του 1875 σε ξενώνα και εστιατόριο. Οι μόνες μου αναχωρήσεις από το Καπέσοβο ήταν όταν κατεβαίναμε στα Γιάννενα για τα «γράμματα», τις σπουδές, για τον στρατό, στην Αμφιλοχία, όπου διορίστηκα ως εκπαιδευτικός για εφτά χρόνια, και ύστερα στα Γιάννενα. Η ζωή μου έχει έντονο καπεσοβοκεντρικό χαρακτήρα κι αυτό οφείλεται στη σχέση που είχα με τη γιαγιά μου την Ανθούλα. Ήμουν παθολογικά προσκολλημένος σε αυτήν και έκανα ό,τι έκανε – αυτή για να ζήσει κι εγώ για να παίξω. Κι ύστερα, ο αγώνας της οικογένειας «για να βγει η χρονιά πέρα», καλλιεργώντας την ανήμπορη γη του Καπεσόβου και εκτρέφοντας λιγοστά ζώα με «πήρε από κάτω». Τα ίδια κάνω και τώρα, μόνο που δεν καρτεράω να ζήσω απ’ αυτά…
Το Καπέσοβο είναι γνωστό για τα πολλά αρχαία ονόματα που έχουν γυναίκες και άντρες στο χωριό. Θουκυδίδης, Πλάτων, Ευριπίδης, Μελπομένη, Ευρυδίκη και δεν συμμαζεύεται… Οι κακές γλώσσες λένε ότι βγάζουμε αρχαία ονόματα από τσιγκουνιά, για να μη γιορτάζουμε.
Η καθημερινή αγαπημένη μου βόλτα είναι στο παλιό μου το αμπέλι, ένα χιλιόμετρο από το χωριό. Οργάνωσα υποδειγματικά τον χώρο, αναβίωσα το παλιό αμπέλι, καλλιεργώ τριανταφυλλιές και παράγω ροδόνερο και γλυκό τριαντάφυλλο, στον «βοτανικό κήπο» μου έχω όλα τα αρωματικά του τόπου μου και ασφαλώς στο πλούσιο μποστάνι μου έχω μια μεγάλη και ποιοτική παραγωγή κηπευτικών.
Το Ζαγόρι είναι ένας παράξενα όμορφος τόπος –γι’ αυτό εντάχτηκε και στην UNESCO– και ο επισκέπτης αδυνατεί να κατανοήσει τη γεωμορφολογία του. Είναι μια πτυχή της ηπειρώτικης γης με δρυόφυτες και πευκόφυτες λοφοσειρές· στο πιο βορινό της τμήμα δεσπόζει η Τύμφη, απίστευτο βουνό, που περιρρέεται στο μεγαλύτερο τμήμα του από τη χαράδρα του Βίκου. Ανηφορίζοντας όμως προς το Βραδέτο, το γειτονικό χωριό στα 1.350 μέτρα υψόμετρο, σε κάποιο σημείο, εκεί όπου τελειώνουν τα πέταλα, για όσους ξέρουν τον τόπο, στέκομαι με τους επισκέπτες μας και τους εξηγώ. Όταν κοιτάς από ψηλά, ο κόσμος μοιάζει με ζωγραφιά!
Ό,τι πιο αξιόλογο υπάρχει στο Ζαγόρι, που θα μπορούσε να επισκεφτεί κάποιος, είναι η Πασχάλειος Σχολή στο Καπέσοβο. Είναι ένα πολύ μεγάλο και επιβλητικό κτίσμα του 1861 που έχτισαν στο χωριό οι αδελφοί Πασχάλη, ξενιτεμένοι Καπεσοβίτες στη Νίζνα της Ρωσίας, για να λειτουργήσει ως «ανώτερη εκπαίδευση» της εποχής για πολλά παιδιά απ’ όλο το Ζαγόρι. Η σχολή φιλοξενούσε μέχρι πριν από λίγα χρόνια μια πλούσια βιβλιοθήκη με πολύ αξιόλογα έντυπα, και μάλιστα ένα από τα λιγοστά αντίτυπα της Χάρτας του Ρήγα Φεραίου. Δυστυχώς, είναι κλειδαμπαρωμένη και ο επισκέπτης μπορεί να την προσεγγίσει μόνο μέχρι την αυλή. Το ίδιο συμβαίνει και με τις δύο αξιόλογες εκκλησίες, του Αγίου Νικολάου και της Κοίμησης της Θεοτόκου, ιστορημένες από τους περιβόητους Καπεσοβίτες αγιογράφους. Οπότε, δεν μένει τίποτε άλλο από μια βόλτα στα σοκάκια του χωριού και ένας καφές στην πλατεία του. Πολύ σύντομα, βέβαια, θα λειτουργήσει το Μουσείο Σιδηροτεχνίας που οργανώνω στο πατρικό της γιαγιάς μου, το πιο παλιό σπίτι του χωριού, με αξιόλογη αρχιτεκτονική. Φιλοδοξώ αυτό το μουσείο να είναι σοβαρός λόγος να επισκεφτεί κάποιος το Καπέσοβο. Προς το παρόν, μπορεί κάποιος να επισκεφτεί το αμπέλι μου, να δοκιμάσει το κρασί και το τσίπουρό μου, και να χαρεί έναν παραδεισένιο τόπο.
Το Καπέσοβο είναι γνωστό για τα πολλά αρχαία ονόματα που έχουν οι γυναίκες και οι άντρες στο χωριό. Θουκυδίδης, Πλάτων, Ευριπίδης, Μελπομένη, Ευρυδίκη και δεν συμμαζεύεται… Οι κακές γλώσσες λένε ότι βγάζουμε αρχαία ονόματα από τσιγκουνιά, για να μη γιορτάζουμε. Σφιχτό χέρι έχουμε όλοι οι Ζαγορίσιοι, αλλά δεν είναι τσιγκουνιά, ήταν αδήριτη ανάγκη τα παλιότερα χρόνια, για να βγει η χρονιά πέρα. Κι όσο για τα αρχαία ονόματα, ήταν το κλίμα της εποχής στα τέλη του 19ου αι., τότε, με τον Μακεδονικό Αγώνα, για να αποδείξουμε την ελληνικότητα του τόπου μας. Θουκυδίδη λέγαν και τον παππού μου, που γεννήθηκε το 1880.
Αν μπορούσα ν’ αλλάξω κάτι στο χωριό μου, αυτό θα ήταν η νοοτροπία των συχωριανών μου! Απλοί άνθρωποι είμαστε, η τηλεόραση μάς έκανε ίδιους σ’ όλη την επικράτεια. Αλλά αν είσαι Καπεσοβίτης, η εσωστρέφεια είναι μιζέρια. Αν ζεις σ’ ένα χωριό σαν το Καπέσοβο κι έχεις τέτοιους θησαυρούς, δεν τους κουκουλώνεις. Δημιουργείς τις προϋποθέσεις να τους χαρεί όλος ο κόσμος κι ο ντουνιάς. Οι θησαυροί μπορεί να βρέθηκαν στο Καπέσοβο, αλλά είναι παγκόσμια κληρονομιά.
Το καλοκαίρι καθημερινά πηγαίνω στο αμπέλι μου και στα μποστανικά μου. Οι δουλειές είναι πάρα πολλές, αλλά και η χαρά μου πολύ μεγάλη. Απ’ όταν θυμάμαι τον κόσμο, μέσα σε κληματόφυλλα τον θυμάμαι. Τον χειμώνα όμως, που η μέρα είναι πολύ μικρή και ο καιρός εδώ στο Καπέσοβο, με υψόμετρο 1.200 μ. περίπου, είναι πολύ «χειμωνιάτικος», κάθομαι δίπλα στο τζάκι μου και κάνω τον συγγραφέα. Το πρώτο βιβλίο που εξέδωσα έχει τον τίτλο «Ακριβά κερδισμένη ζωή» και μιλάει για την αγροτική οικονομία στο Καπέσοβο. Το δεύτερο, με τίτλο «Η δική μου ζωή μέσ’ απ’ άλλων ζωές», είναι στο τυπογραφείο και το τρίτο, που έχω στα χέρια μου, θα μιλάει για το Καπέσοβο και, τι άλλο, την αρχιτεκτονική του.
Σε όποιο πανηγύρι κι αν βρεθείς σε όλη την επικράτεια θα ακούσεις να χορεύουν το «Καπέσοβο»! «Στο Κάιρο αρρώστησα, στα Γιάννενα θα γιάνω, στην άκρη στο Καπέσοβο θα πέσω να πεθάνω. Όλγα ζάχαρη, Όλγα μέλι, Όλγα ζαχαροθρεμμένη»… Είναι ένας ζαγορίσιος χορός με πολύ όμορφη μελωδία, εμπνευσμένος από μια αληθινή ιστορία. Η Όλγα ήταν αδελφή του παππού μου του Θουκυδίδη, περιβόητη για την ομορφιά της, που την ερωτεύτηκε ο Μιχαλάκης, ένα παλικάρι από το Καπέσοβο. Ο προπάππος μου, όμως, ο Ηλίας δεν την «έδωσε την κοπέλα» κι ο Μιχαλάκης ταξίδεψε στο Κάιρο, όπου υπήρχε δυναμική καπεσοβίτικη παροικία στις αρχές του 20ού αιώνα.
Όταν ξεκίνησε η οικονομική κρίση στη χώρα μας και η ζωή δυσκόλεψε για πάρα πολλούς, έγινε πολλή κουβέντα για φυγή από την πόλη και «επιστροφή στο χωριό». Αν θυμάμαι καλά, υπήρχε και μια σχετική εκπομπή τηλεοπτική. Πολλοί με ρώτησαν για το θέμα αυτό και η απάντηση δεν είναι καθόλου απλή. Γιατί θα έρθεις στο χωριό; Για να βιοποριστείς ή για να περνάς καλά σ’ έναν όμορφο τόπο και στον καθαρό αέρα; Η δική μου απάντηση είναι η εξής: για να μπορέσεις να ζήσεις σ’ έναν απομακρυσμένο και ολιγάνθρωπο τόπο, πρέπει να συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις. Πρώτα πρώτα πρέπει να ξεκαθαρίσεις το οικονομικό. Καταχείμωνο στο Καπέσοβο, ας πούμε, μην αναζητήσεις ευκαιρίες. Δεύτερο, πρέπει να έχεις αποφασίσει πώς θα διαχειρίζεσαι τον ελεύθερο χρόνο σου, τον χειμώνα οι νύχτες είναι αργόσυρτες στο χωριό. Τρίτο και πιο σημαντικό είναι να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου. Το χωριό πρέπει να είναι συνειδητή επιλογή και όχι φυγή. Πάντως, το να έχεις ξεκινήσει τη ζωή σου από χωριό είναι μεγάλο πλεονέκτημα, όποια πορεία κι αν έχει η ζωή σου, όποια απόφαση κι αν πάρεις γι’ αυτή! Σαν τους ιθαγενείς, που ξέρουν να επιβιώνουν μέσα σε κάθε ζούγκλα.
https://www.lifo.gr/tropos-zois/travel/o-topos-moy-kapesobo