Αν το ρούχο δεν σου πηγαίνει, στην Tube δεν διστάζουν καθόλου να σ’ το πουν
Στα «σύνορα» Κολωνακίου και Εξαρχείων, στο 114 της Σόλωνος, υπάρχει μια μπουτίκ που έχει καταφέρει κάτι μοναδικό – να μπαίνεις άγνωστη και να φεύγεις φίλη. Γιατί η Ντίνα και η Χάρις, από το 1988, όταν άνοιξαν το κατάστημα, έχουν κάνει το ρούχο προσωπική υπόθεση. «Μου έχει τύχει να έρθει γυναίκα και να φορέσει κάτι που ήταν χάλια και έλεγε “τέλειο, ε;”. “Όχι”, της είπαμε, “βγάλτε το να φορέσετε κάτι άλλο”. Δεν καταδεχόμαστε, για να πουλήσουμε μια μπλούζα ή ένα φόρεμα, να πούμε ψέματα στον άλλον. Δεν μπορώ να πω ψέματα σε έναν άνθρωπο, αν δεν μου αρέσει το ρούχο επάνω του. Δεν αισθάνομαι εγώ καλά», μου εξηγεί η Ντίνα.
Αυτό θα αρκούσε για να καταλάβεις τι να περιμένεις μπαίνοντας, μόνο που η Tube είναι πολλά περισσότερα. Καταρχάς μετρά δεκαετίες. Ξεκινά από ένα Κολωνάκι στην απόλυτη αίγλη του, όταν ήταν ακόμη κομμάτι του Market, του πρώτου κατά κάποιον τρόπο mall της εποχής του, στο τέρμα της Τσακάλωφ, και βρίσκεται μέχρι σήμερα στη Σόλωνος, ανάμεσα σε cozy πλην ετερόκλητες αισθητικά καφετέριες και αμέτρητα βιβλιοπωλεία. «Όταν ήρθαμε, μας έλεγαν όλοι “σας έχουμε συμπαθήσει πολύ, αλλά τι ήρθατε να κάνετε μέσα στα βιβλιοπωλεία;”». Η επιτυχημένη πορεία της και το γεγονός πως, 36 χρόνια μετά, συνεχίζει ακάθεκτη δικαίωσε την απόφαση με το παραπάνω.
«Το αγαπημένο μου είναι το ταιριαστό-αταίριαστο. Δεν μου αρέσει να σετάρεται το πράγμα πολύ. Μου αρέσει και το μπεζ-μπεζ, αλλά μου αρέσει και ένα εμπριμέ με ένα ριγέ».
«Γιατί Tube;», τη ρωτάω, περίεργη να μάθω το κρυμμένο ίσως μυστικό πίσω από το όνομα. «Χωρίς κανέναν απολύτως λόγο», απαντά γελώντας. «Ήμασταν μια μεγάλη παρέα, όταν ήταν να ανοίξουμε το μαγαζί, και λέμε στα παιδιά, πρέπει να βρούμε όνομα. Οπότε όποιος έμπαινε στο σπίτι έγραφε κι από ένα όνομα που θεωρούσε ωραίο και κάπως έτσι μαζέψαμε δύο λίστες Α4. Μετά αρχίσαμε να απορρίπτουμε. Το λες και συλλογική εργασία!».
Από το Κολωνάκι στη Σόλωνος, λοιπόν, και από τη διαφήμιση από στόμα σε στόμα στα social media. Πόσο εύκολο είναι, αλήθεια, να προλαβαίνεις τις εξελίξεις και όχι το αντίστροφο; «Τώρα όλοι –κι εγώ μαζί– κοιτάζουν την ευκολία τους, θέλουν πρώτα να το δουν και μετά να πάνε. Κάποιοι που στην κρίση έφυγαν για επαρχία μάς βρήκαν ξανά στο Instagram. Λαμβάνουμε συνέχεια μηνύματα. Ωραίο είναι!», λέει.
Είναι όντως ωραίο να έχεις αναπτύξει τόσο προσωπικές σχέσεις. Αλλά σίγουρα δεν είναι εύκολο. Είναι κάτι που κερδίζεται, δεν χαρίζεται. Κάτι που η Χάρις και η Ντίνα κέρδισαν όλα αυτά τα χρόνια, επιλέγοντας ιδιαίτερα ρούχα και αξεσουάρ, εξαιρετικής μόνο ποιότητας, Ελλήνων και ξένων σχεδιαστών, που φέρνουν από Λονδίνο, Μιλάνο, Παρίσι και Δανία. «Το πιο καθοριστικό κομμάτι είναι η επιλογή. Για να μπει ένα ρούχο στην μπουτίκ πρέπει οπωσδήποτε να το δούμε, να το πιάσουμε, να το φορέσουμε, να δούμε την εφαρμογή του. Είχαμε παραγγείλει μια φορά ρούχα από την Αγγλία, που ήταν μάλιστα και ακριβά, και δεν τα εμφανίσαμε ποτέ. Τα χαρίσαμε, γιατί δεν μας ταίριαζαν για το μαγαζί», σημειώνει.
Όση ώρα κουβεντιάζουμε, μπαινοβγαίνει κόσμος, γυναίκες μόνες, παρέες κοριτσιών. Ψωνίζουν όλες ανεξαιρέτως. Τη ρωτάω για τις τάσεις που είναι τώρα στη μόδα και τι ζητάει ο κόσμος. «Balloon φορέματα και γενικά τα oversized», μου απαντά, αν και δεν δείχνει να συμφωνεί ιδιαίτερα με τη φιλοσοφία και την απολυτότητα των trends. «Η μόδα σήμερα δεν είναι ένα πράγμα, γιατί προφανώς αυτό δεν λειτουργεί, γίνεται αμέσως σούπα και μετά δεν το ψωνίζει κανείς, όσο ωραίο κι αν είναι. Το κατάλαβαν αυτό εκείνοι που καθορίζουν πώς θα κινηθεί η αγορά, οπότε τώρα είναι ταυτόχρονα πολλές τάσεις στη μόδα, αρκετές για να έχουμε μεγάλη γκάμα. Δύσκολα λες “αυτό ήταν πέρυσι, δεν είναι φετινό”», μου εξηγεί.
Στην ερώτηση αν υπάρχει κάτι στο οποίο αντιστέκεται σθεναρά τόσα χρόνια, η απάντηση είναι ρητή και κατηγορηματική. «Όταν βγαίνει κάτι και είναι μόδα, σ’ αρέσει δεν σ’ αρέσει, πρέπει να σου αρέσει. Δεν γίνεται να πεις ότι δεν μου αρέσει το τζιν. Τι θα πει δεν σου αρέσει; Βρες ένα τζιν να σου αρέσει. Εσύ μην το φορέσεις, αλλά στο μαγαζί θα το έχεις. Ας πούμε, το πόντσο δεν μου αρέσει ως ρούχο, το αντιπαθώ. Βγήκαν κάποια εποχή και ήταν της μόδας, λέω “θα βρεις να σου αρέσουν”. Τα παίρναμε και γινόταν χαμός. Δεν γίνεται να έχεις μαγαζί και να μη σου αρέσει ή να αποκλείεις κάτι που είναι τάση. Εδώ δεν είμαστε φουλ μόδα, αλλά τις τάσεις τις υποστηρίζουμε», συνεχίζει.
Ρωτάω και τη γνώμη της για τις influencers που δίνουν μαζικά how-to στο ντύσιμο. «Δεν έχει μεγάλη διαφορά, είναι όπως παλιά, που έβγαιναν πέντε κομμάτια και τα φορούσαν όλοι. Σήμερα οι μικρότερες σε ηλικία γυναίκες είναι όντως της σχολής influencer, είναι λίγες αυτές που τολμούν το καινούργιο. Οι υπόλοιπες πρέπει να το δουν πολλές φορές, να εξοικειωθεί το μάτι, και μετά να το φορέσουν».
Γενικά σήμερα υπάρχει καλαισθησία ή κακογουστιά; «Και τα δύο, θα έλεγα, είμαστε τόσοι πολλοί άνθρωποι! Το ντύσιμο είναι ταυτόχρονα σημαντικό αλλά και ασήμαντο. Όταν βγαίνουν έξω το βράδυ τα κορίτσια, το ντύσιμό τους είναι προσεγμένο και έχει υπάρξει σκέψη. Στην καθημερινότητα, οι εργαζόμενες έχουν φροντισμένο ντύσιμο και πολλές είναι πραγματικά καλοντυμένες. Αρκετές κάνουν συνδυασμούς που είναι κάπως συνηθισμένοι και βαρετοί. Όλοι μπορεί να επιλέξουμε ένα βαρετό outfit –με πρώτη εμένα που κάνω ότι κάτι ξέρω–, αρκεί να το αναγνωρίζουμε και, όταν θέλουμε, να το αποφεύγουμε. Το γούστο είναι προσωπική υπόθεση και δυστυχώς καλλιεργείται σε λίγους από εμάς».
Όσο μιλάμε, εγώ χαζεύω παράλληλα τη σελίδα της Tube στο Instagram. Μου κάνουν εντύπωση τα outfits. Βασικά, έχει μόνο outfits, πουθενά δεν θα δεις σκέτη μια μπλούζα ή μια τσάντα. Φωτογράφιση, fitting και επιλογή μοντέλου περνούν όλα από τα χέρια της, μαθαίνω. «Το αγαπημένο μου είναι το ταιριαστό-αταίριαστο. Δεν μου αρέσει να σετάρεται το πράγμα πολύ. Μου αρέσει και το μπεζ-μπεζ, αλλά μου αρέσει και ένα εμπριμέ με ένα ριγέ», προσθέτει.
Στο αν δίνει, επομένως, στυλιστικές συμβουλές, η απάντηση είναι προφανώς καταφατική. «Πολλά κορίτσια έρχονται και γι’ αυτό εδώ, τη θέλουν τη γνώμη. Μερικές μάλιστα λένε “θα φορέσω αύριο κάτι και θα περάσω να μου πείτε αν είμαι καλή” και περνούν και λένε “εντάξει τα φόρεσα;”. Άλλωστε με τις περισσότερες γνωριζόμαστε πια, μιλάμε για τα παιδιά τους, για το σπίτι, για πράγματα της καθημερινής τους ζωής. Και μας ξέρουν κι εκείνες με τα ονόματά μας. Θυμάμαι παλαιότερα μας έπαιρναν τηλέφωνο, μια περίοδο που εγώ φορούσα μόνο παντελόνια και η αδελφή μου μόνο φούστες, και έλεγαν, “ποια είναι, αυτή που φοράει τις φούστες ή αυτή με τα παντελόνια;”. Ήθελαν να μάθουν ποια είναι στο κατάστημα!».
Πολύχρωμες φωτογραφίες, πολύχρωμο showroom, πολύχρωμη διάθεση. Δεν απορώ καθόλου για τη σχέση εμπιστοσύνης που μου περιγράφει και για τις γυναίκες που έρχονται και ξανάρχονται φανατικά. Από τη συζήτηση καταλαβαίνω όμως πως μια τόσο προσωπική σχέση έχει και παράπλευρες απώλειες. «Εννοείται ότι έχω χάσει πωλήσεις λέγοντας πρώτη τη γνώμη μου και δαγκώνομαι, αλλά δεν μου πάει να πω σε κάποια ότι είναι ΟΚ ένα ρούχο που δεν δείχνει ωραίο επάνω της, όταν ξέρω πως μπορεί να βρει στο μαγαζί ρούχα που να της ταιριάζουν πολύ περισσότερο», προσθέτει και γελάει ξανά.
Μια μπουτίκ που σε σέβεται, λοιπόν, είτε ψωνίζεις είτε όχι, και στα ηνία η Ντίνα και η Χάρις, που δεν τις ενδιαφέρει καθόλου, μα καθόλου να σε «παρασύρουν» να αγοράσεις ένα ρούχο που δεν το θέλεις. «Εμείς είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε και να πούμε τη γνώμη μας, αν σου πηγαίνει, αν όχι, πώς μπορείς να το συνδυάσεις, για κάτι το οποίο θέλεις να πάρεις και όχι για κάτι που δεν θέλεις. Και σε αυτό είμαστε κάθετες». Άλλωστε, στην ουσία της, η φιλοσοφία της μόδας συνοψίζεται σε ένα και μοναδικό συμπέρασμα: ένας τρόπος έκφρασης της εσωτερικής μας αλήθειας και του εαυτού μας μέσω της ένδυσης. Ό,τι ακριβώς υπόσχεται και κάνει πραγματικότητα, δηλαδή, η Tube.
T U B E • boutique
Σόλωνος 114, Αθήνα, 210 3827706
Instagram: tube_athens
Facebook: TUBE
πηγή: lifo