ΑΠΕ: Κυρίαρχη πηγή παραγωγής ρεύματος στην Ελλάδα
Στα μισά της διαδρομής για το net zero, η Ελλάδα έχει κατακτήσει πολλές «πρωτιές» στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), καλύπτοντας σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό της κατανάλωσης ρεύματος από πράσινη ηλεκτροπαραγωγή. Σταθερά, από τα μέσα του 2022 έως και σήμερα, κυρίαρχη πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας είναι οι ΑΠΕ, μαζί με τους μεγάλους υδροηλεκτρικούς σταθμούς, με πολύ μεγάλη διαφορά από την ηλεκτροπαραγωγή με χρήση ορυκτών καυσίμων, ήτοι φυσικό αέριο και λιγνίτη.
Ειδικά κατά το πρώτο τετράμηνο του 2024 η συνεισφορά της καθαρής ενέργειας (αιολική, ηλιακή και υδροηλεκτρική) στην ηλεκτροπαραγωγή ήταν στο 54,9 %, ενώ κάλυψε το 53,7% της ζήτησης ρεύματος ανά την Ελλάδα, ξεπερνώντας για πρώτη φορά το 50%. Την υπόλοιπη ζήτηση τους πρώτους τέσσερις μήνες του έτους, σύμφωνα με ανάλυση της δεξαμενής σκέψης «Green Tank», κάλυψαν το φυσικό αέριο με μερίδιο 31,6%, ο λιγνίτης με 7,3%, το πετρέλαιο με 5,2% και οι καθαρές εισαγωγές ρεύματος από τις γειτονικές χώρες με μόλις 2,2%.
Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι από τις 13 Μαΐου ο λιγνίτης έχει εξαφανιστεί από το ενεργειακό μείγμα της χώρας, καταρρίπτοντας το προηγούμενο ρεκόρ των 235 ωρών χωρίς «κάρβουνο» που είχε καταγραφεί στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τον χαιρετισμό του στο πρόσφατο συνέδριο της Ένωσης Ευρωπαϊκών Εταιρειών Ενέργειας (Eurelectric), το οποίο διεξήχθη προσφάτως στο Λαγονήσι, μίλησε για τη συρρίκνωση της λιγνιτικής παραγωγής, ενώ, αναφερόμενος στις ΑΠΕ, επισήμανε ότι μπορούν να γίνουν η ραχοκοκαλιά ενός εντελώς διαφορετικού ενεργειακού συστήματος.
Οι βασικές λύσεις που προωθεί η κυβέρνηση είναι δύο: αύξηση και μετατόπιση της ζήτησης ρεύματος και προώθηση των επενδύσεων σε μονάδες αποθήκευσης ενέργειας για να εξυπηρετηθούν τα σχέδια της χώρας για μεγαλύτερη διείσδυση καθαρής ενέργειας έως το τέλος της δεκαετίας.
Όπως τόνισε ο ίδιος, η Ελλάδα μπορεί να εξελιχθεί σε εξαγωγέα πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι τόσο μεγάλο, ώστε είναι δύσκολο να εξυπηρετηθεί. «Με μια έννοια, είμαστε θύματα της επιτυχίας μας», σημείωσε ο πρωθυπουργός.
Κι αυτό διότι η έκρηξη στις επενδύσεις ΑΠΕ μπορεί να έχει οδηγήσει στον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, ωστόσο συνδέεται με τεράστιες προκλήσεις στην Ελλάδα, όπως άλλωστε και σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη. Οι ανανεώσιμες πηγές παράγουν περισσότερη ενέργεια από τη ζήτηση ρεύματος στη χώρα και οι διαχειριστές του συστήματος και του δικτύου διανομής (ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ) αναγκάζονται να προχωρήσουν σε περικοπές της πλεονάζουσας πράσινης υπερπαραγωγής, προκειμένου να διατηρήσουν την ευστάθεια του ηλεκτρικού συστήματος και να αποφευχθεί ενδεχόμενο blackout.
Οι βασικές λύσεις που προωθεί η κυβέρνηση είναι δύο: αύξηση και μετατόπιση της ζήτησης ρεύματος και προώθηση των επενδύσεων σε μονάδες αποθήκευσης ενέργειας για να εξυπηρετηθούν τα σχέδια της χώρας για μεγαλύτερη διείσδυση καθαρής ενέργειας έως το τέλος της δεκαετίας. Όσον αφορά τη ζήτηση ρεύματος, μια λύση είναι η αλλαγή του ωραρίου του νυχτερινού φθηνότερου τιμολογίου ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να περιλαμβάνει τις μεσημβρινές ώρες, οπότε καταγράφεται μεγάλη παραγωγή πράσινης ενέργειας, κυρίως από φωτοβολταϊκά, αλλά χαμηλή ζήτηση. Με την παροχή κινήτρου (δηλαδή χαμηλή τιμολόγηση) σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις για τη «μεταφορά» μέρους της κατανάλωσής τους τις μεσημεριανές ώρες (πιθανώς 10:00-17:00), το υπουργείο Ενέργειας στοχεύει στον περιορισμό των περικοπών ρεύματος.
Επίσης, σχεδιάζεται το roadmap για την επιτάχυνση των επενδύσεων σε μονάδες αποθήκευσης προκειμένου η ενέργεια που δεν καταναλώνεται τα μεσημέρια να μπορεί να χρησιμοποιείται τα βράδια και να μην πηγαίνει χαμένη. Επιπλέον, με δεδομένο ότι η ραγδαία ανάπτυξη των ΑΠΕ δεν προορίζεται μόνο για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης, η πράσινη ηλεκτροπαραγωγή πρέπει να βρει και «εξαγωγικό δρόμο» μέσω νέων διεθνών ηλεκτρικών διασυνδέσεων με υφιστάμενους ή και νέους ενεργειακούς γείτονες, έργα τα οποία προωθεί ο ΑΔΜΗΕ.
Οι ενεργειακοί στόχοι της Ελλάδας εως το 2030
Βασικός στόχος του υπό αναθεώρηση Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), το οποίο πρέπει έως τα τέλη Ιουνίου να έχει αποσταλεί προς τελική έγκριση στην Κομισιόν, παραμένει η πλήρης απανθρακοποίηση της οικονομίας έως το 2050 με έναν ενδιάμεσο στόχο μείωσης των εκπομπών ρύπων κατά 55% έως το 2030.
Έτσι, η συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας προτείνεται να ξεπεράσει το 87% το 2030, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον στόχο του ισχύοντος ΕΣΕΚ (του 2019) που ήταν στο 61%. Ο νέος στόχος αντιστοιχεί σε εγκατεστημένη ισχύ από ΑΠΕ ύψους περίπου 24 GW, ήτοι διπλάσια από τα υφιστάμενα περίπου 12 GW που λειτουργούν στη χώρα. Ο σχεδιασμός προτείνει για το 2030 ισχύ 13 GW για φωτοβολταϊκά πάρκα, 9 GW για χερσαία αιολικά πάρκα και 1,95 GW για υπεράκτια αιολικά πάρκα.
Εξίσου σημαντικός σε ένα σύστημα ηλεκτρισμού με υψηλή διείσδυση ΑΠΕ θα είναι και ο ρόλος της αποθήκευσης ενέργειας όλων των τεχνολογιών, δηλαδή χρησιμοποιώντας μπαταρίες και την τεχνολογία αντλησιοταμίευσης με συνολική ισχύ 5,136 GW έως το τέλος της δεκαετίας. Όσον αφορά την ισχύ της αντλησιοταμίευσης, από 2,036 GW το 2030 υπερδιπλασιάζεται το 2040 στα 4,9 GW και φτάνει στα 6,4 GW το 2050. Για τις μπαταρίες, από 3,1 GW το 2030 τίθεται στόχος τα 4,2 GW το 2040 και τα 12 GW το 2050.
https://www.lifo.gr/tropos-zois/energeia/ape-kyriarhi-pigi-paragogis-reymatos-stin-ellada