Η γενιά του άγχους: Πώς τα smartphones δηλητηρίασαν τα παιδιά και πώς να το αντιμετωπίσουμε
ΟΙ ΠΙΘΑΝΕΣ ΒΛΑΒΕΣ ΠΟΥ προκαλούνται στα παιδιά μας από την πανταχού παρούσα χρήση των smartphones είναι αμέτρητες, όπως αναφέρει ο Αμερικανός κοινωνικός ψυχολόγος και συγγραφέας Τζόναθαν Χάιντ στο νέο βιβλίο του που έχει τίτλο The Anxious Generation «Η γενιά του άγχους». Με απλά λόγια, τα smartphones – ή, πιο συγκεκριμένα, η δραστηριότητα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που ενθαρρύνουν – βλάπτουν σοβαρά τα παιδιά μας και κάτι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτό. Η αυστηρή απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων στα σχολεία και η διακοπή της πρόσβασης των παιδιών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πριν από την ηλικία των 16 ετών συγκαταλέγονται στις λύσεις που προτείνει ο Χάιντ.
Ο Χάιντ είχε στόχο αρχικά να περιγράψει τις αρνητικές επιπτώσεις που έχουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στη δημοκρατία. Αλλά όταν τελείωσε το γράψιμο του πρώτου κεφαλαίου, συνειδητοποίησε ότι η ιστορία της ψυχικής υγείας των εφήβων ήταν πολύ πιο σημαντική από ό,τι είχε σκεφτεί και διαδραματιζόταν σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 2016, το 73% των Αμερικανών εφήβων είχε ήδη smartphone, όπως και το 28% των παιδιών μεταξύ 8 και 12 ετών. Σήμερα, το ποσοστό στους έφηβους έχει φτάσει στο 95%. Περίπου τα μισά παιδιά στις ΗΠΑ αποκτούν το πρώτο τους smartphone μέχρι τα 11 τους χρόνια. Στη Βρετανία, σύμφωνα με την Ofcom, το 97% των 12χρονων διαθέτει smartphone. Σύμφωνα με μια έρευνα του 2015 από το Ινστιτούτο Pew, την οποία επικαλείται ο Χάιντ στο βιβλίο του, ένας στους τέσσερις εφήβους δήλωνε ότι είναι «σχεδόν διαρκώς» στο διαδίκτυο. Μέχρι το 2022, ο αριθμός αυτός είχε σχεδόν διπλασιαστεί.
Τα κορίτσια και τα αγόρια επηρεάζονται διαφορετικά: για τα κορίτσια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι αυτά που προκαλούν την πραγματική ζημιά – για τα αγόρια, το gaming και η πορνογραφία.
Όπως σημειώνει ο Χάιντ, «το άγχος και οι συναφείς διαταραχές φαίνεται να είναι οι καθοριστικές ψυχικές ασθένειες των νέων σήμερα». Το ποσοστό αυτοτραυματισμού των νεαρών εφήβων κοριτσιών στην Αμερική σχεδόν τριπλασιάστηκε από το 2010 έως το 2020 ενώ έχει σημειωθεί παρόμοια ραγδαία αύξηση των αντίστοιχων ποσοστών σε χώρες όπως ο Καναδάς και το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι νοσηλείες για θέματα ψυχικής υγείας στους νέους αυξήθηκαν εκθετικά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Όλο και νεαρότερα αγόρια είναι εθισμένα στην πορνογραφία του διαδικτύου, η διάσπαση προσοχής οξύνεται διαρκώς ενώ σημαντική αύξηση παρουσιάζουν και οι διαταραχές ύπνου στους εφήβους.
Ο Χάιντ είναι κατηγορηματικός ως προς την αιτία του κακού: τα smartphones. Στο βιβλίο του επισημαίνει τις βασικές εξελίξεις που οδήγησαν σ’ αυτή την κατάσταση: την άφιξη του smartphone το 2007, την εμφάνιση των κουμπιών “like” και “share” στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το 2009 και την κυκλοφορία του iPhone 4 τον Ιούνιο του 2010, του πρώτου με μπροστινή κάμερα, που διευκόλυνε τη λήψη selfies. Όλοι αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν σε αυτό που ο Haidt αποκαλεί “The Great Rewiring of Childhood” την μεγάλη αλλαγή στη «συνδεσμολογία» της παιδικής ηλικίας, όπου «τα κοινωνικά μοτίβα, τα πρότυπα ρόλων, τα συναισθήματα, η σωματική δραστηριότητα και ακόμη και τα μοτίβα του ύπνου αναδιαμορφώθηκαν ριζικά, για τους εφήβους, στη διάρκεια μόλις πέντε ετών».
Ευθύνη βεβαίως, σύμφωνα με το βιβλίο, φέρουν και οι γονείς με την καλοπροαίρετη μεν πλην όμως καταστροφική στροφή τους προς την υπερπροστασία των παιδιών και τον περιορισμό της αυτονομίας τους στον «πραγματικό» κόσμο. Δεν αφήνουμε τα παιδιά μας να πάνε μόνα τους στο σχολείο ή στα μαγαζιά ή στο πάρκο. Γενικότερα, ως κοινωνία έχουμε μετατοπιστεί από μια «παιδική ηλικία βασισμένη στο παιχνίδι», στην οποία τα παιδιά εξελίσσονται μέσω του κόσμου και μαθαίνουν για τους δικούς τους περιορισμούς μέσα από το παιχνίδι, σε μια παιδική ηλικία βασισμένη στο κινητό τηλέφωνο και στο διαδίκτυο, όπου ουσιαστικά δεν υπάρχουν ηλικίες, υπάρχουν ελάχιστα εμπόδια ή όρια και τα παιδιά τρέφονται με μια συνεχή δίαιτα άκρως εθιστικού και συχνά εξαιρετικά ανθυγιεινού περιεχομένου από το οποίο είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποσυνδεθούν, και συγχρόνως υποχρεώνονται να δημιουργήσουν τα ίδια περιεχόμενο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα κορίτσια και τα αγόρια επηρεάζονται διαφορετικά: για τα κορίτσια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι αυτά που προκαλούν την πραγματική ζημιά – για τα αγόρια, το gaming και η πορνογραφία.
Το πιεστικό ερώτημα, ωστόσο, είναι: τι μπορούμε να κάνουμε; Ζούμε σε έναν κόσμο που είναι πλήρως κορεσμένος από τα smartphones: είναι σχεδόν αδύνατο, πλέον, να διεκπεραιώσουμε την καθημερινή μας ζωή χωρίς αυτά, ούτε φυσικά μπορούμε να κρατάμε τα παιδιά μας μακριά τους για πάντα. Ούτε ο Χάιντ συνιστά κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, προτείνει τέσσερις θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις: περισσότερο παιχνίδι χωρίς επίβλεψη και περισσότερη παιδική ανεξαρτησία, όχι smartphones πριν από το λύκειο (περίπου στην ηλικία των 14 ετών), όχι μέσα κοινωνικής δικτύωσης πριν από τα 16, και, τέλος, σχολεία χωρίς κινητά τηλέφωνα. Είναι καιρός, λέει ο Χάιντ, να τερματίσουμε το συνεχιζόμενο πείραμα που έστειλε τα παιδιά μας απροστάτευτα, σε μια εντελώς ξένη και συχνά εχθρική χώρα.
Με στοιχεία από The Telegraph
πηγή: lifo