Η 32χρονη Κωνσταντίνα είναι μία από τους τρεις μόνιμους κατοίκους του Βραδέτου Ζαγορίου
Μένω τα τελευταία 8 χρόνια σχεδόν μόνιμα στο Βραδέτο Ζαγορίου, στον νομό Ιωαννίνων. Είναι το χωριό με το μεγαλύτερο υψόμετρο στο Ζαγόρι, στα 1.350μ., και ένα από τα δέκα χωριά της Ελλάδας που βρίσκονται στις ψηλότερες ορεινές τοποθεσίες. Θεωρείται από τα πιο απομονωμένα και δύσκολα χωριά, γι’ αυτό και είναι ουσιαστικά ακατοίκητο εδώ και χρόνια.
Τα τελευταία χρόνια της γιαγιάς μου, ήταν η μόνη που έμενε μέχρι τον βαρύ χειμώνα, στυλοβάτης. Κρατούσε Θερμοπύλες, όπως και εγώ τώρα με τους γονείς μου. Η γιαγιά ήταν η Κωστάντω Α., εγώ η Κωνσταντίνα Α. η δεύτερη. Πήρα το όνομά της και ακολουθώ τα βήματά της.
Ο μπαμπάς μου είναι από εδώ, ήταν το δεύτερο σπίτι μας από πάντα. Η οικογένειά μου πάει πακέτο με το Βραδέτο. Από το 1973 έχουμε το καφενείο-ταβέρνα στην πλατεία του χωριού, από τον παππού και τη γιαγιά. Είναι ένα από τα παλαιότερα καφενεία που είναι εν ενεργεία στην Ελλάδα, όπως μας ενημέρωσε κάποιος που έγραφε ένα σχετικό βιβλίο.
Μπορεί να σου φανεί περίεργο, αλλά δεν έχουμε πολύ ελεύθερο χρόνο, είμαστε στα μαγαζιά μας 10 με 16 ώρες τη μέρα κάποιες φορές! Για εμάς αυτά είναι ουσιαστικά τα σπίτια μας. Εκεί τρώμε, μαζί με τον κόσμο. Στα άλλα, τα «κανονικά» σπίτια μας, πάμε μόνο για ξεκούραση.
Αρχικά μέναμε στα Γιάννενα και δουλεύαμε το καφενείο-ταβέρνα Σαββατοκύριακα, αργίες και γιορτές. Η οικονομική κρίση επηρέασε τις δουλειές των γονιών μου στην πόλη, οπότε πήραμε την απόφαση οικογενειακώς να ασχοληθούμε σε μόνιμη βάση με το μαγαζί. Εγώ μόλις είχα τελειώσει το πτυχίο μου και ήθελα να φύγω έξω, όμως με κέρδισε η ιδέα του πατέρα μου να πάρουμε το παλιό σχολείο του χωριού, το οποίο ήταν σε λειτουργία ως το 1969, και να το κάνουμε καφέ που θα το λειτουργώ εγώ και θα έχω παράλληλα την ευκαιρία να εκθέτω τα κοσμήματα που φτιάχνω από μικρή.
Ήμουν 24 όταν άνοιξα το μαγαζάκι μου, τη «Σκάλα του Βραδέτου», και η πιο νέα επαγγελματίας στο Ζαγόρι. Ίσως να είμαι ακόμα. Το έφτιαξα ακριβώς όπως ήθελα, το μενού, τη μουσική και οτιδήποτε βλέπεις. Η τουαλέτα μας είναι και γκαλερί! Μπορείτε να τη δείτε εδώ.
Μπορεί να σου φανεί περίεργο, αλλά δεν έχουμε πολύ ελεύθερο χρόνο, είμαστε στα μαγαζιά μας 10 με 16 ώρες τη μέρα κάποιες φορές! Για εμάς αυτά είναι ουσιαστικά τα σπίτια μας. Εκεί τρώμε, μαζί με τον κόσμο. Στα άλλα, τα «κανονικά» σπίτια μας, πάμε μόνο για ξεκούραση.
Τι θα πρότεινα να δοκιμάσεις; Τα πάντα! Στην ταβέρνα μας, τα πάντα, αλήθεια… άμα είσαι 50 χρόνια στη δουλειά, δεν θα κάνεις και πολλά λάθος. Είναι πολύ σπιτικά και οικογενειακά, το μέρος, το φαγητό, το προσωπικό. Στο μαγαζάκι μου, τον χειμώνα, κανελάδα, τσάι λάτε, ζεστό κρασί και το κοκτέιλ Beloi Sunrise. Το καλοκαίρι τη λεμονάδα με τα φρέσκα βότανα, μπίρα με γεύση και τα κοκτέιλ Vradejito & Think Green. Και όλες τις εποχές τα γλυκά μας και το λικέρ από κράνα. Και τα κοσμήματα ασφαλώς! Έχουμε κάτι για όλους!
Αν έρθεις ως εδώ πρέπει απαραιτήτως να πας στην Μπελόη. Είναι το καλύτερο σημείο για να θαυμάσεις τη μοναδική ομορφιά της χαράδρας του Βίκου. Είναι ένα χαλαρό μισάωρο με τα πόδια από το χωριό.
Η Σκάλα του Βραδέτου είναι ένα μοναδικό τοπόσημο που θα πρέπει να επισκεφτείς. Είναι ένα μοναδικό δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής, στην ουσία ένα πετρόχτιστο μονοπάτι 1.100 σκαλοπατιών και τριών λωρίδων κυκλοφορίας, που ενώνει το χωριό με το γειτονικό Καπέσοβο. Κάποτε ήταν η μοναδική πρόσβαση του χωριού στον έξω κόσμο.
Κάτι ακόμα που δεν θα πιστέψεις είναι πως μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες που έχουμε είναι η έλλειψη νερού. Το ξέρεις το τραγούδι «Δεν έχουμε νερό σε τούτο το χωριό»; Κάπως έτσι! Σε πολλά χωριά υπάρχει το θέμα αυτό παραδόξως, κι ας βρίσκονται σε βουνό. Τον χειμώνα παγώνει, το καλοκαίρι τελειώνει.
Επίσης ο καιρός, όπως μπορείς να φανταστείς, είναι πολύ δύσκολος. Το Βραδέτο δέχεται και πολλή κακοκαιρία και χιόνι. Μέτρα χιόνι… Οπότε η πρόσβαση, η συντήρηση των σπιτιών, το ξεχιόνισμα κ.λπ., αν θες να ζήσεις εδώ τον χειμώνα, είναι μεγάλο θέμα.
Το καλοκαίρι θα με βρεις έξω στην αυλή, να πίνω στυμμένη λεμονάδα με φρέσκα βότανα, να φτιάχνω κοσμήματα ή να δημιουργώ οτιδήποτε. Να παρατηρώ τη χλωρίδα και την πανίδα που με επισκέπτεται. Να ταΐζω τα αδέσποτα/παρατημένα/ελευθέρα σκυλάκια που εμφανίζονται, τα πουλιά, τα έντομα, ελπίζω μια μέρα και την αρκούδα. Να μαθαίνω τα μακρινά μέρη από όπου έρχονται οι επισκέπτες μας και να βάζω μια καρφίτσα στον χάρτη μας! Τον χειμώνα μια από τα ίδια, αλλά μέσα, με τη σόμπα και ζεστό λικέρ από κράνα.
Μου λείπουν φυσικά πολλά, οι φίλοι μου πάνω από όλα. Αλλά, να σου πω την αλήθεια, νιώθω γεμάτη, μου αρέσει που έχω κάνει κάτι τελείως δικό μου και μπορώ να δημιουργώ ωραίες αναμνήσεις στους επισκέπτες. Δεν ξυπνάω ποτέ λέγοντας «ωχ, πρέπει να πάω στο γραφείο». Αν και πολλές φορές λέω «ωχ» που είμαι μόνη μου στο χωριό.
Δεν θα εξιδανικεύσω τη ζωή στο χωριό. Δεν είναι εύκολη. Έχει μια έμφυτη μελαγχολία. Αυτό που θα συμβούλευα κάποιον που σκέφτεται να φύγει από την πόλη για ένα χωριό, ειδικά για ένα απομονωμένο χωριό όπως το Βραδέτο –η αλήθεια είναι ότι δύσκολα θα βρεις τέτοια απομόνωση σε όλη την Ελλάδα–, είναι να αναρωτηθεί αν μπορεί να είναι αυτόνομος σε κάποια θέματα. Γιατί η βοήθεια ή η υποστήριξη δεν είναι αυτονόητη ούτε στα βασικά.
πηγή: lifo