Μαμά, γιατί ψωνίζεις στη λαϊκή αγορά;
Για πολλούς η λαϊκή αγορά είναι μια εβδομαδιαία ιεροτελεστία. Ένας τόπος συνάντησης, ένα σημείο αναφοράς για τα ψώνια της εβδομάδας αλλά και μια εναλλακτική ψυχοθεραπεία. Κάθε γειτονιά σήμερα διαθέτει τη δική της αγορά που εδώ και πολλά χρόνια έχει εξελιχθεί σ’ έναν θεσμό που έχει αγαπηθεί απ’ τα νοικοκυριά. Οι πλανόδιοι πωλητές στήνουν τους πάγκους με τα φρέσκα προϊόντα τους από νωρίς το πρωί, ενώ παραγωγοί και καταναλωτές ανταλλάσσουν κουβέντες στο πόδι, μιλούν είτε για τις τιμές, είτε για την ποικιλία, είτε για την ποιότητα των κηπευτικών.
Η Μαρία Ντόβα είναι μητέρα δύο παιδιών και έχει ένα εγγόνι. Κάθε Δευτέρα πηγαίνει στη λαϊκή αγορά της οδού Ευδόξου στον Νέο Κόσμο. «Δεν αλλάζω με τίποτα τον πάγκο του Δημήτρη Μιχόπουλου, ο οποίος έχει με διαφορά τις καλύτερες ντομάτες, οι οποίες ευδοκιμούν στην ορεινή Κορινθία. Τις φέρνει τέλη Ιουλίου και τις βρίσκεις στον πάγκο του μέχρι τις αρχές Δεκέμβρη. Είναι σημαντικό το ότι δεν πρόκειται για ντομάτες θερμοκηπίου. Μου αρέσουν γιατί είναι λεπτόφλουδες, δεν έχουν μεγάλα κοτσάνια και, φυσικά, είναι γευστικές και νόστιμες όταν τις μαγειρεύω. Καταλαβαίνεις ουσιαστικά ότι τρως ντομάτα, κάτι που σπανίζει στις μέρες μας. Επίσης, συνήθως τις χρησιμοποιώ για να φτιάξω γεμιστά αλλά και καγιανά».
Με την πάροδο των ετών στη λαϊκή αγορά αποκτάς σχέσεις, οι παραγωγοί σε ξέρουν με το μικρό σου όνομα και δεν θα σε κοροϊδέψουν. Στους ανθρώπους αυτούς εκτιμώ αφάνταστα τα υψηλής διατροφικής αξίας υλικά που πωλούν αλλά και το γεγονός ότι είναι απίστευτα γενναιόδωροι άνθρωποι. Αν και έχουν ξυπνήσει από τις δύο τα χαράματα, είναι πάντα χαμογελαστοί και σου φτιάχνουν τη διάθεση.
Η Ειρήνη Σπαθαράκη, με δύο παιδιά και τρία εγγόνια, κατοικεί στο Αιγάλεω και αισθάνεται πολύ τυχερή που η λαϊκή στήνεται κάθε εβδομάδα μπροστά στο σπίτι της, όπου θα ακολουθήσει κάθε φορά τη συνήθη διαδρομή της, κάνοντας παζάρια με τους μικροπωλητές και τις ατελείωτες συζητήσεις με τις γειτόνισσες. Λέει η ίδια: «Στην υπαίθρια αγορά της οδού Αλατσάτων ψωνίζω όλα όσα χρειάζομαι για το σπίτι, ακόμη και αυγά. Ένας βασικός λόγος είναι ότι εκεί τα προϊόντα είναι πολύ φθηνότερα συγκριτικά με το σούπερ-μάρκετ. Ένας άλλος λόγος είναι ότι αποτελεί μια εύκολη λύση για να τρως υγιεινά μέσα στην πόλη. Οι αγαπημένοι μου πάγκοι είναι δύο: ο ένας με φρούτα, αχλάδια, μήλα και λωτούς, και ένας άλλος λίγο πιο πέρα με αργίτικα πορτοκάλια και μανταρίνια. Ο συγκεκριμένος έχει πάντα πορτοκάλια που δεν είναι χτυπημένα αλλά πολύ ζουμερά, ενώ, όταν βλέπω ότι έχουν αφήσει τα πράσινα κοτσάνια, καταλαβαίνω ότι είναι φρεσκοκομμένα. Και οι δύο έχουν στους πάγκους τους ντόπια υλικά που όταν τα τρως έχουν φυσική και πλούσια γεύση. Ξέρεις, όταν μεγαλώνεις σε ενδιαφέρει πολύ η καλή διατροφή. Η λαϊκή αγορά σού δίνει τη δυνατότητα να προμηθευτείς για σένα και τα παιδιά σου φρέσκα φρούτα και λαχανικά με υψηλά θρεπτικά συστατικά, μεγάλη ποσότητα βιταμινών, ιχνοστοιχείων και φυτικών ινών».
Η Κατερίνα Κουρμούζη έχει τρία παιδιά και μένει στην Ηλιούπολη. Στη σχετική συζήτησή μας αναφέρει: «Στη λαϊκή αγορά πάω για να βρω σωστή πρώτη ύλη. Έρχεσαι σε επαφή με τις γεύσεις όλης της Ελλάδας. Για μένα, το σούπερ-μάρκετ είναι απρόσωπο και διαθέτει προϊόντα άνοστα, αφού τα αφήνουν στα ψυγεία πολύ καιρό. Έχω δύο συγκεκριμένους πάγκους από τους οποίους ψωνίζω πάντοτε. Ο ένας είναι του Νίκου και της Ελένης Κουτλή, οι οποίοι φέρνουν μπρόκολα, λάχανα, καρότα και χόρτα που καλλιεργούν στο χωράφι τους στον Μαραθώνα. Ο άλλος πάγκος είναι της Ελένης από το Άργος που μαζί με τους δυο γιους της διαθέτουν πάντα φοβερά πορτοκάλια και λεμόνια. Με την πάροδο των ετών στη λαϊκή αγορά αποκτάς σχέσεις, οι παραγωγοί σε ξέρουν με το μικρό σου όνομα και δεν θα σε κοροϊδέψουν. Στους ανθρώπους αυτούς εκτιμώ αφάνταστα τα υψηλής διατροφικής αξίας υλικά που πωλούν αλλά και το γεγονός ότι είναι απίστευτα γενναιόδωροι άνθρωποι. Αν και έχουν ξυπνήσει από τις δύο τα χαράματα, είναι πάντα χαμογελαστοί και σου φτιάχνουν τη διάθεση. Όταν μαγειρεύω ένα φαγητό με τα υλικά που έχω πάρει από τη λαϊκή, π.χ. σπανακόπιτα ή κάποιο λαδερό, σκέφτομαι αυτούς τους καλοσυνάτους ανθρώπους».
Τέλος, η Ανθή Γιακιντζή, μητέρα δύο παιδιών και γιαγιά ενός εγγονού, ζει στη Βούλα και κάθε Πέμπτη προμηθεύεται τα απαραίτητα για τη μαγειρική της απ’ τη λαϊκή αγορά της οδού Αλ. Παπάγου. «Αρχικά, επιλέγω αυτήν τη λαϊκή επειδή είναι πολύ κοντά στο σπίτι μου. Γενικά, όταν έχω χρόνο και δεν με εμποδίζουν οι καθημερινές υποχρεώσεις μού αρέσει να πηγαίνω νωρίς το πρωί. Εκείνη την ώρα αισθάνομαι ότι βρίσκομαι σ’ έναν μεγάλο κήπο αφού απλώνεται μπροστά σου, σε ένα τεράστιο μποστάνι όπου όλα είναι τακτοποιημένα, σαν να είσαι μέρος ενός πίνακα ζωγραφικής. Τις περισσότερες φορές, όμως, επιλέγω να πηγαίνω στο κλείσιμο, και οι λόγοι είναι κυρίως οικονομικοί. Είναι αλήθεια ότι το πρωί είναι πιο τσιμπημένες οι τιμές. Ο αγαπημένος μου πάγκος ανήκει σε έναν παραγωγό που για μένα έχει τις καλύτερες εγχώριες μυρωδάτες ντομάτες και χρωματιστές πιπεριές. Μάλιστα, προτιμώ να τις χρησιμοποιώ μόνο για σάλτσες ή μαγειρεύοντας γεμιστά με ρύζι και κιμά».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
πηγή: lifo