«Τα Ψηλά Βουνά»: Μια ομάδα νέων κάνει πράξη την επανακατοίκηση των ορεινών περιοχών
Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε μέσα από τη στήλη «Γειτονιές της Ελλάδας» ουσιαστικά είναι να μιλήσουμε για τη ζωή εκτός Αθηνών. Αφενός γιατί δεν είναι πολλοί που το κάνουν αυτό συστηματικά και δομημένα στον Τύπο και αφετέρου για να συνεισφέρουμε στη συζήτηση που έχει ξεκινήσει, ειδικά μετά την πανδημία, από ολοένα περισσότερους ανθρώπους που ελπίζουν στην αποκέντρωση, δηλαδή σε μια ισορροπημένη ανάπτυξη του κέντρου και της περιφέρειας –αυτήν τη στιγμή το 50% του πληθυσμού της χώρας είναι συγκεντρωμένο στο 4,3% της επικράτειας–, και στην αναζωογόνηση μικρών τοπικών κοινωνιών που απειλούνται άμεσα με ερημοποίηση.
Τα δεδομένα, βέβαια, δεν είναι υπέρ τους και οι ελπίδες τους χαρακτηρίζονται φρούδες από πολλούς που δεν βλέπουν πώς μεμονωμένα άτομα μπορούν να αντιστρέψουν μια κοινωνικοοικονομική τάση δεκαετιών η οποία έχει αφήσει την περιφέρεια γυμνή από υποδομές και κατοίκους.
Με αυτές τις σκέψεις ανηφορίζαμε 1.000 μέτρα από το επίπεδο της θάλασσας ένα μαγιάτικο Σάββατο με κατεύθυνση το Δεμάτι Ζαγορίου για να πάρουμε μέρος στο Εργαστήριο Ανάπτυξης Πολιτικών με θέμα «Αποκέντρωση και αξιοβίωτη ανάπτυξη των ορεινών περιοχών», καλεσμένοι από την Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (ΚοινΣΕπ) «Τα Ψηλά Βουνά».
Η εκδήλωση συγκέντρωσε εκπροσώπους της περιφέρειας Ηπείρου, ορεινών δήμων, αναπτυξιακούς φορείς της Ηπείρου, φορείς της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, πολιτιστικούς συλλόγους, παραγωγούς, επιχειρηματίες και δημιουργούς της περιοχής. Στόχος ήταν η συνεργασία και η συνδιαμόρφωση προτάσεων για την ενίσχυση της αποκέντρωσης, την προσέλκυση πληθυσμού και τη στήριξη της ορεινής παραγωγής και των τοπικών κοινοτήτων.
Πριν πάμε στα συμπεράσματα του εργαστηρίου, ας μιλήσουμε λίγο για τα «Ψηλά Βουνά», μια ομάδα νέων ανθρώπων που «προσπαθεί να δημιουργήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για μια αξιοβίωτη ζωή στις ακμάζουσες ορεινές κοινότητες του μέλλοντός μας».
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρία τραπέζια, καθένα από τα οποία είχε ένα θέμα: «Ορεινή παραγωγή & Συστήματα ποιότητας», «Βιώσιμος τουρισμός βασισμένος στις τοπικές κοινότητες», «Ανάπτυξη δικτύου ορεινών εργαστηρίων (Smart & Start-up Villages) σύμφωνα με το Rural Vision της Ε.Ε.».
Πριν πάμε όμως στα συμπεράσματα του εργαστηρίου, ας μιλήσουμε λίγο για τα «Ψηλά Βουνά», μια ομάδα νέων ανθρώπων που «προσπαθεί να δημιουργήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για μια αξιοβίωτη ζωή στις ακμάζουσες ορεινές κοινότητες του μέλλοντός μας».
Μου λέει ο Σωτήρης Τσουκαρέλλης, εκ των ιδρυτών της ομάδας: «Πρέπει να σου πω ότι κατάγομαι από την Κρανιά, ένα Βλαχοχώρι του Ασπροποτάμου στα ορεινά του νομού Τρικάλων. Εκεί πέρασα τα ομορφότερα καλοκαίρια της ζωής μου και βίωσα έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Όλοι όσοι περάσαμε μαζί τα καλοκαίρια μας στο βουνό, είχαμε όνειρο ζωής να μπορέσουμε, μεγαλώνοντας, να μένουμε όσο το δυνατό μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στο χωριό, αν όχι όλο τον χρόνο. Φυσικά, σχεδόν κανείς δεν το έχει καταφέρει, έστω και στο ελάχιστο, μέχρι τώρα. Μεγαλώνοντας και σπουδάζοντας Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, ακολούθησα την κατεύθυνση της Τοπικής Ανάπτυξης, με το μυαλό μου στο χωριό και ψάχνοντας να βρω τρόπους ώστε να επιστρέψω εκεί, αλλά μάταια.
Η ιδέα για έναν οργανισμό που θα στηρίζει τις ορεινές περιοχές, όσους ζουν και όσους θέλουν να ζήσουν σε αυτές, γεννήθηκε αργότερα, το 2012, στο Μετσόβιο Κέντρο Διεπιστημονικής Έρευνας στο Μέτσοβο, ενώ φοιτούσα στο διεπιστημονικό μεταπτυχιακό πρόγραμμα του ΕΜΠ “Περιβάλλον και ανάπτυξη ορεινών περιοχών”, που διεξάγεται εκεί. Είχα βρει ακριβώς τις σπουδές που έψαχνα. Στην έρευνά μας είχαμε διαγνώσει την ανάγκη για τη δημιουργία υποστηρικτικών δομών, μηχανισμών ή οργανισμών για την προώθηση της αποκέντρωσης και την επανακατοίκηση των ορεινών περιοχών, που αποτελούσε από τότε επιτακτική ανάγκη για την ορεινή Ελλάδα. Έτσι, πρότεινα στους συμφοιτητές μου να ιδρύσουμε έναν οργανισμό με αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Ήταν όμως πολύ νωρίς και η ιδέα ακόμα ανώριμη.
Το 2013 εγκατασταθήκαμε με τη σύντροφό μου, τη Θάλεια, στα Γιάννενα και αποφασίσαμε να κάνουμε μια προσπάθεια να μείνουμε στο χωριό της, το Δεμάτι, στο ανατολικό Ζαγόρι. Εκεί συναντήσαμε δυο νέους στην ηλικία μας, τους μοναδικούς του χωριού, οι οποίοι, παρότι εργάζονταν στην πόλη, έμεναν στο χωριό, το αγαπούσαν πολύ και ήθελαν να μη χρειάζεται να πηγαίνουν κάθε μέρα στα Γιάννενα, αλλά να δραστηριοποιούνται στον τόπο που επέλεξαν να ζήσουν. Το ίδιο θέλαμε κι εμείς και ένα ακόμη ζευγάρι νέων που έμενε σε ένα διπλανό χωριό κι έτσι αποφασίσαμε να ασχοληθούμε με τη φύση και να προσπαθήσουμε να ασχοληθούμε με την παραγωγή. Δημιουργήσαμε μια ολόκληρη οικιακή οικονομία για εμάς, συλλέγοντας, παράγοντας και μεταποιώντας. Τότε τους πρότεινα να δημιουργήσουμε μια ΚοινΣΕπ για να μπορούμε κιόλας να πουλάμε τα προϊόντα μας.
Σε όλους μας άρεσε αυτή η νέα νομική μορφή γιατί ήταν δίκαιη, δημοκρατική και δεν είχε αποκλειστικό σκοπό το κέρδος. Ανάμεσα σε άλλες ονομασίες πρότεινα και τα “Ψηλά Βουνά”, γιατί η ζωή μας μου θύμιζε την ανάβαση των παιδιών στο βουνό από το βιβλίο του Ζ. Παπαντωνίου. Μου ακουγόταν κάπως ρομαντικό όμως αυτό το όνομα και δεν το προτιμούσα. Οι υπόλοιποι το επέλεξαν χωρίς δεύτερη σκέψη. Έτσι, γίναμε τα “Ψηλά Βουνά”. Ξεκινήσαμε χωρίς να έχουμε ιδέα από παραγωγή και μέσα σε τρία χρόνια γνωρίσαμε έναν καινούργιο, υπέροχο κόσμο! Είχαμε όλο και περισσότερη παραγωγή, είχαμε τα πάντα για το σπίτι μας και δίναμε και σε μανάβικα και νοικοκυριά στην πόλη. Μαζί με άλλους παραγωγούς ξεκινήσαμε να οργανώνουμε τη Γιορτή Οικολογικής Γεωργίας και Χειροτεχνίας στα Γιάννενα. Αρχίσαμε να φιλοξενούμε εθελοντές και το χωριό γέμιζε κόσμο απ’ όλο τον πλανήτη. Παράλληλα, ένα ολόκληρο καλοκαίρι κάθε Σαββατοκύριακο φιλοξενούσαμε τα παιδιά από τον προσφυγικό καταυλισμό για κατασκήνωση στο βουνό, ώστε να ξεφύγουν από την καθημερινότητά τους. Τους μαγειρεύαμε από την παραγωγή μας, μαζί με τον πολιτιστικό σύλλογο του χωριού. Όλα πήγαιναν κατ’ ευχήν, με πολλή κούραση και δυσκολίες, αλλά ο χρόνος και το χρήμα δεν ήταν με το μέρος μας. Οι υπόλοιποι αναγκάστηκαν να φύγουν για την Αθήνα και το εξωτερικό. Με τη Θάλεια μείναμε να προσπαθούμε οι δυο μας. Η Θάλεια εργαζόταν ως αρχαιολόγος κι εγώ γράφτηκα στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων, έκανα σεμινάρια πάνω στις εναλλακτικές μορφές τουρισμού και τα χαρτιά μου για το πρόγραμμα Νέων Αγροτών. Έτσι, με αυτήν τη χρηματοδότηση και την υποστήριξη του φίλου μας του Τρύφωνα από τα Τζουμέρκα φτιάξαμε τα πειραματικά θερμοκήπια των Ψηλών Βουνών.
Συνειδητοποιήσαμε όμως ότι, όπως και οι δικοί μας φίλοι, έτσι προσπαθούν πάρα πολλοί, αποτυγχάνουν να ζήσουν στα ορεινά χωριά και φεύγουν. Είναι που λείπουν οι υποδομές, οι υπηρεσίες, η κοινωνική ζωή και πολλά άλλα. Αποφασίσαμε, λοιπόν, να προσπαθήσουμε να λύσουμε αυτά τα προβλήματα ως ΚοινΣΕπ, να αξιοποιήσουμε και το επιστημονικό μας υπόβαθρο ώστε να φτιάξουμε έναν οργανισμό που θα κάνει την παραμονή και την επιστροφή στο χωριό εφικτή».
Του ζητάω μερικά παραδείγματα. Πώς ακριβώς έχουν βοηθήσει άλλες ομάδες και άτομα που θέλουν να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα και να ζήσουν μόνιμα σε ορεινά χωριά;
«Η πρώτη υπηρεσία που αναπτύξαμε ήταν η οργάνωση και διαχείριση ενός δικτύου εθελοντών. Ξεκινήσαμε, όπως σου είπα, για να λύσουμε δικά μας προβλήματα που είχαν να κάνουν με την έλλειψη εργατικών χεριών στα ορεινά και επίσης, κάτι πολύ σημαντικό, με την ανάγκη μας για κοινωνικοποίηση, που ήταν αυξημένη σε ένα χωριό με τέσσερις μόνιμους κατοίκους. Από τότε συνδέουμε εθελοντές με παραγωγούς και πολιτιστικούς συλλόγους ορεινών περιοχών για να τους βοηθήσουμε να λύσουν τα ίδια προβλήματα. Οι οικοδεσπότες του δικτύου μας, αφού περάσουν την εκπαίδευση σχετικά με τη φιλοσοφία του εθελοντικού τουρισμού και τη σωστή φιλοξενία, καταρτίζουν μαζί μας ένα ετήσιο πλάνο με τις εργασίες και τις ημέρες για τις οποίες θα χρειαστούν βοήθεια. Εμείς φροντίζουμε να βρούμε τους κατάλληλους εθελοντές που μπορούν να ανταποκριθούν στις απαραίτητες εργασίες και κάνουμε το ταίριασμα. Έτσι, αρκετοί παραγωγοί έχουν βοηθηθεί στις καθημερινές τους εργασίες και έρχονται καθημερινά σε επαφή με ανθρώπους απ’ όλο τον πλανήτη. Επίσης, αρκετοί πολιτιστικοί σύλλογοι που θέλουν να κάνουν έργο στο χωριό τους έχουν βρει υποστήριξη είτε για τον καθαρισμό κοινοτικών χώρων, είτε για τη διάνοιξη μονοπατιών, είτε για τη διοργάνωση των εκδηλώσεών τους, είτε ακόμα και για πιο εξειδικευμένα έργα που θέλουν να υλοποιήσουν. Τελευταία προσπαθούμε να λύσουμε το ζήτημα των εθελοντών γιατρών, μια και είναι πολλές οι ορεινές κοινότητες που έχουν ανάγκη από γιατρούς ιδίως το καλοκαίρι, που τα χωριά γεμίζουν κόσμο.
Ακόμη, έχουμε στηρίξει παραγωγούς, δημιουργούς και πολιτιστικούς συλλόγους ώστε να δημιουργήσουν εμπειρίες κοινότητας για επισκέπτες που θέλουν να ζήσουν τον τόπο και τους ανθρώπους του. Δημιουργούμε μάλιστα και την αντίστοιχη ψηφιακή υποδομή, ώστε αυτές να προωθούνται συλλογικά ως εμπειρίες βασισμένες στην κοινότητα.
Νομίζω, ωστόσο, ότι η πιο σημαντική στήριξη που δίνουμε σε όσες ομάδες ανθρώπων δραστηριοποιούνται ή θέλουν να δραστηριοποιηθούν σε ορεινά χωριά είναι η συμβουλευτική, η διοικητική υποστήριξη και η δικτύωση. Στα Ψηλά Βουνά έχουμε υποστηρίξει αρκετές ομάδες ανθρώπων, ώστε να δημιουργήσουν τους δικούς τους οργανισμούς ή ήδη υπάρχοντες ώστε να οργανωθούν καλύτερα και να ενδυναμωθούν. Από το ποια νομική μορφή θα επιλέξουν και για ποιους λόγους μέχρι το πώς θα χειριστούν οργανωτικά και διοικητικά τον οργανισμό τους, πού και πώς θα αναζητήσουν χρηματοδοτήσεις, με ποιους μπορούν να συνεργαστούν για να πετύχουν τον σκοπό τους, όλα αυτά είναι απαραίτητα για να καταφέρουν να βιοποριστούν οι ίδιοι και να δώσουν ζωή στο χωριό τους.
Σε όσους θέλουν να αποκεντρωθούν, προς το παρόν αυτό που παρέχουμε και βλέπουμε ότι είναι χρήσιμο είναι μια δικτύωση μέσω των φίλων και των ανθρώπων του δικτύου μας που μένουν σε ορεινά χωριά και είναι διατεθειμένοι να βοηθήσουν όσους θέλουν να μετοικήσουν σε αυτά κατά τη διαδικασία της έρευνας και της εγκατάστασής τους στην περιοχή. Αυτοί είναι οι πρεσβευτές μας, οι άνθρωποι που θέλουν να ζωντανέψουν τα χωριά τους!
Με αυτά τα εργαλεία έχουμε υποστηρίξει ήδη αρκετούς ανθρώπους και ομάδες, όμως αναπτύσσουμε κι άλλα με βαρύνουσα σημασία, όπως είναι η Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Ορεινή Παραγωγή, η οποία θα δώσει λύση στα προβλήματα διάθεσης των προϊόντων των μικρών παραγωγών. Επίσης, αναπτύσσουμε κι άλλα εργαλεία και υπηρεσίες που θα ενισχύσουν την αποκέντρωση, την εύρεση εργασίας στις ορεινές περιοχές, τη συλλογική αξιοποίηση των ορεινών περιουσιών».
Την υπόλοιπη ομάδα απαρτίζουν, εκτός από τον Σωτήρη, η Θάλεια, αρχαιολόγος με μεταπτυχιακό στην Πολιτιστική διαμεσολάβηση στα μουσεία, ο οργανωτικός νους, ο Βασίλης, παιδαγωγός με εμπειρία ως συνοδός βουνού σε εταιρείες εναλλακτικού τουρισμού, που έχει αναλάβει το κομμάτι της υποστήριξης ανθρώπων ή κοινοτήτων που θέλουν να οργανώσουν τη δική τους κοινοτική τουριστική εμπειρία, η Χριστίνα, με σπουδές στην Οργάνωση Επιχειρήσεων και μεταπτυχιακό στο Μάρκετινγκ, που εγκατέλειψε τη δουλειά της σε τμήμα μάρκετινγκ πολυεθνικής για να ζήσει εκτός Αθήνας, και ο Πάνος, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά την αγορά του τροφίμου και την εφοδιαστική αλυσίδα και έχει αναλάβει την ανάπτυξη των υλικών και ψηφιακών εργαλείων που αφορούν την Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Ορεινή Παραγωγή.
Αφού, λοιπόν, γνωρίσαμε την ομάδα, πάμε τώρα και στα συμπεράσματα του εργαστηρίου. Μας μιλάει και πάλι ο Σωτήρης. «Το workshop του Σαββάτου ήταν το τρίτο στη σειρά που ακολούθησε μια σειρά σεμιναρίων πάνω σε κοινωνικά καινοτόμα επιχειρηματικά μοντέλα για τις ορεινές περιοχές. Σε αυτά τα σεμινάρια κάτοικοι ορεινών χωριών, άνθρωποι που θέλουν να εγκατασταθούν σε αυτά, εκπρόσωποι πολιτιστικών συλλόγων αλλά και παραγωγοί και επαγγελματίες εκπαιδεύτηκαν πάνω στα επιχειρηματικά μοντέλα του δίκαιου και αλληλέγγυου τουρισμού και της κοινωνικά υποστηριζόμενης ορεινής παραγωγής. Όσοι συμμετείχαν στα σεμινάρια αυτά ήρθαν σε επαφή με τους θεσμικούς παράγοντες του τόπου στα workshops που ακολούθησαν.
Εκεί συζητήσαμε προβλήματα και λύσεις και ο καθένας ανέλαβε το κομμάτι της ευθύνης που του αναλογεί, ώστε να αναπτύξουμε τον βασισμένο στις κοινότητες τουρισμό, να προωθήσουμε και να πιστοποιήσουμε τα προϊόντα ορεινής παραγωγής και να προχωρήσουμε στη δημιουργία ενός δικτύου ορεινών εργαστηρίων, αξιοποιώντας το πλαίσιο των smart & start-up villages. Προσωπικά, είμαι πολύ ικανοποιημένος τόσο από την προσέλευση όσο και από τα αποτελέσματα της συνάντησης, αλλά κυρίως από τη διάθεση που έδειξαν και το κλίμα που δημιούργησαν οι συμμετέχοντες. Από δω και πέρα μένει, σε συνεργασία με τους θεσμικούς παράγοντες, να αναλάβουμε τις πρωτοβουλίες που συζητήθηκαν, ώστε να προχωρήσουν όλα αυτά τα ζητήματα ένα βήμα παρακάτω.
Το συμπέρασμα που νομίζω ότι μπορώ να εξάγω κυρίως από το ενδιαφέρον που έδειξαν άπαντες είναι ότι πολλοί πλέον συνειδητοποιούμε την κρισιμότητα της κατάστασης για τις ορεινές περιοχές, οι οποίες βρίσκονται ένα βήμα πριν από την πλήρη ερημοποίηση. Αν δεν είναι ήδη αργά, ίσως είναι η τελευταία μας ευκαιρία να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας ώστε να αντιστρέψουμε αυτόν τον προδιαγεγραμμένο θάνατο των ορεινών κοινοτήτων και την εγκατάλειψη του 70% του εδάφους της χώρας μας».
Πέρα από το εργαστήριο, η ομάδα διοργάνωσε και μια μεγάλη γιορτή για όλους την επόμενη μέρα στο Δεμάτι των μόλις τεσσάρων μόνιμων κατοίκων με δραστηριότητες όπως το πολυφωνικό τραγούδι, ο παραστατικός σύγχρονος χορός, το εργαστήρι χορορυθμικής έκφρασης για παιδιά και το παιχνίδι με φούσκες, το εργαστήρι κατασκευής κούκλας με υλικά από τη φύση και, φυσικά, με ένα μεγάλο γλέντι στην πλατεία του χωριού.
Αντί επιλόγου, να σημειώσουμε πως αρωγός της ομάδας αλλά και άλλων ομάδων σε όλη την Ελλάδα που προσπαθούν να κάνουν πράξη την περιφερειακή ανάπτυξη υπήρξε το Πρόγραμμα ενίσχυσης της κοινωνικής καινοτομίας στην ελληνική περιφέρεια, μια συνεργατική πρωτοβουλία που λειτουργεί υπό την αιγίδα του Impact Hub Athens και με την υποστήριξη του Ιδρύματος Google.org. Το πρόγραμμα στοχεύει στη διαμόρφωση ενός πιο πράσινου και ανθεκτικού μέλλοντος για την Ελλάδα μέσα από τη δημιουργία κόμβων καινοτομίας για την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα των τοπικών κοινωνιών. Προέκυψε από την ανάγκη για βιώσιμες λύσεις εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων, προωθώντας την πράσινη μετάβαση με τη συμμετοχή όλων. Μέσω συνεργασιών με τοπικούς φορείς, τα Ψηλά Βουνά, την Αναπτυξιακή Καρδίτσας, τους Bizrupt, το Μπουλούκι, τη PHAOS, το LightHub από το Επιμελητήριο Αλεξανδρούπολης, τον Οργανισμό Ενεργών Νέων Φλώρινας και την Εταιρεία Ανάπτυξης και Προόδου Πελοποννήσου και Ιονίων Νήσων, το πρόγραμμα υποστηρίζει την ανάπτυξη επιχειρηματικών δεξιοτήτων και τη διοργάνωση εκδηλώσεων (hackathons και workshops) με στόχο την ενδυνάμωση των κοινοτήτων και τη βελτίωση της οικονομίας και των συνθηκών ζωής με όρους βιώσιμης ανάπτυξης.
https://www.lifo.gr/tropos-zois/travel/ta-psila-boyna-mia-omada-neon-kanei-praxi-tin-epanakatoikisi-ton-oreinon