The LiFO List: Ο πιο νόστιμος κορμός, Σοφία Κόπολα και Ζάχα Χαντίντ για το σπίτι και φινετσάτη art de la table
Στα Άκρα για τον πιο νόστιμο κορμό της πόλης
Τα έχουμε ξαναγράψει, η ετερόκλητη συνάντηση του Γιάννη Λουκάκη με τον Σπύρο Πεδιαδιτάκη, αυτό το πάντρεμα της μη τεχνικής με την τεχνική, του ακατέργαστου με το σμιλεμένο, «του αλωνιού και του σαλονιού», που λέει και ο μάγειρας, θα μπορούσε να αποτελεί σεναριακό εύρημα ταινίας. Στα Άκρα του Παγκρατίου, που άνοιξαν πέρσι το καλοκαίρι, η κουζίνα που έχει για «δάσκαλο» τον πρώτο, ορίζει τι πάει να πει σύγχρονη ελληνική κουζίνα, βγάζει πιάτα τραχιά, χωρίς πολλές επεξεργασίες της καλής πρώτης ύλης τους. Και μετά έρχονται τα γλυκά του δεύτερου, ενός ζαχαροπλάστη που μας είχε συνηθίσει σε φοβερά γλυκά και στο δικό του πλέον σπίτι δίνει τα ρέστα του.
Αν κάποια εστιατορικά γλυκά συζητιούνται έντονα αυτήν τη στιγμή στην Αθήνα, είναι σίγουρα τα δικά τους, πράγμα που δεν είναι αυτονόητο· δεν είναι λίγες εκείνες οι φορές που το φινάλε ενός ωραίου γεύματος μας έχει βγει comme ci comme ça. Ένα, που ο Σπύρος το φτιάχνει από το ξεκίνημα του μαγαζιού, και η παρέα μου, διαβάζοντάς το στον κατάλογο, πήγε να το σνομπάρει, τελικά όχι απλώς το πήραμε αλλά ανακηρύχθηκε το καλύτερο που βάλαμε τα κουτάλια μας – τα είχαμε δοκιμάσει σχεδόν όλα. Είναι πια η απόλυτη σταθερά μας στην παραγγελία, μας έχει συμβεί να ρωτήσουμε αν μπορούμε να το πάρουμε και πακέτο για το σπίτι, αλλά δεν γινόταν, μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον.
Η τάρτα με καραμελωμένο γάλα και ανθό αλατιού στα Άκρα είναι ουσιαστικά μια custard cream με βιολογικό αγελαδινό γάλα από την Καρδίτσα, μαύρη ζάχαρη, βιολογικό μέλι ελάτης και βανίλια που ψήνεται περίπου τρεις ώρες στον φούρνο για να καραμελώσει. Τώρα πια μπορούμε να την προμηθευτούμε ακόμα και αν δεν έχουμε κράτηση για φαγητό, βγαίνει και σε μέγεθος κορμού, για έξι έως οκτώ άτομα, στην τιμή των 26 ευρώ. Σε περίπτωση που δεν το έχετε δοκιμάσει: αν θέλετε να κάνετε τραπέζι στο σπίτι και ψάχνετε το επιδόρπιο, με αυτό το γλυκό δεν χάνετε.
— Ζωή Παρασίδη
Αμύντα 12, Παγκράτι, 210 7251116
Η Σοφία Κόπολα ανοίγει τα αρχεία της
«Με το που τελείωνε μια ταινία, τα έριχνα όλα σε μια κούτα και τα άφηνα εκεί: σενάρια, φιλμ, σημειώσεις από το σετ. Έβγαζα φωτογραφίες με μια Contax A3, ζητούσα από φίλους μου να έρθουν στα γυρίσματα να φωτογραφίσουν. Τα κιβώτια άρχισαν να αυξάνονται και τα χρόνια περνούσαν, μέχρι που αποφάσισα να τα ανοίξω και κάπως έτσι έγινε το βιβλίο».
Η δημιουργός του «Χαμένοι στη μετάφραση», της αδικημένης «Μαρίας Αντουανέτας» και της πιο πρόσφατης «Πρισίλα» χτίζει χρόνια τώρα έναν κόσμο μέσα στον οποίο κατοικούν παράξενα, πανέξυπνα, καταπιεσμένα, ρομαντικά, παθιασμένα κορίτσια που ζουν στο LA, το Τόκιο ή τις Βερσαλλίες, ξέρουν από ποίηση, drugs, πάρτι, δράμα. Η Κόπολα δίνει φωνή σε γυναίκες που η ιστορία τους παρεξηγήθηκε, θέλει να τις δικαιώσει στα μάτια μιας κοινωνίας που τις έχει δικάσει χρόνια τώρα. Ο κόσμος της είναι φτιαγμένος από τα πιο ονειρικά σκηνικά, την πιο ωραία μουσική, πολλή μόδα, μαθήματα στυλ και ύφους. Πάντα κάπου υπάρχει ένα δηλητηριώδες κεντρί, κάτι κρύβεται, κάθε ταινία αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση.
Ξεφυλλίζοντας αυτό το βιβλίο που κυκλοφόρησε από έναν από τους πλέον hip εκδοτικούς οίκους, τον σούπερ στυλάτο Mack Books, το βιβλίο με το ροζ εξώφυλλο περιέχει 488 σελίδες με σπάνιο υλικό, μοναδικές φωτογραφίες (και μόνο για το κεφάλαιο «Μαρία Αντουανέτα» το βιβλίο αυτό έχει αξία), επιστολές (διαβάστε την επιστολή του Τζέφρι Ευγενίδη) και είναι απαραίτητο για όποιον αγαπά τη δουλειά της Κόπολα. Εγώ, που την αγαπώ πολύ, το κοιτάζω με μεγάλη νοσταλγία για άλλες, πιο ρομαντικές εποχές, και βλέπω τις ταινίες της ξανά.
Φουλ της καμπύλης από το zaha-hadid-design
Αν και γενικά οι αυστηρές γραμμές και έδρες μού ταιριάζουν περισσότερο, έχω εμμονή με τα κτίρια της «βασίλισσας της καμπύλης», Ζάχα Χαντίντ. Ίσως είμαι ο μοναδικός άνθρωπος στον κόσμο που όταν βρέθηκα για πρώτη φορά στη Ρώμη, πριν από μερικά χρόνια, αντί να σπεύσω στο Κολοσσαίο, το Βατικανό και τα μυριάδες άλλα κλασικά αξιοθέατα της πόλης, προτίμησα, την πρώτη μέρα κιόλας της επίσκεψής μου, να επισκεφθώ το MAXXI, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης που σχεδίασε η Ιρακινο-βρετανή αρχιτέκτονας και εγκαινιάστηκε το 2010. Είναι ένα θαύμα αρχιτεκτονικής, γεμάτο κεκλιμένα επίπεδα, όπου δεν μπορείς να διακρίνεις σαφώς τους ορόφους και πραγματικά απορείς για τη στατικότητά του.
Κάπως έτσι, κάθε φορά που θα βρεθώ σε πόλεις του εξωτερικού, από τον Λίβανο και την Αμβέρσα ως την Κοπεγχάγη και το Λονδίνο, αναζητώ τις δημιουργίες της, ενώ και τις τρεις φορές που έχω πάει στη Νέα Υόρκη έχω βρεθεί να χαζεύω για ώρα εκείνο το εκπληκτικό συγκρότημα κατοικιών που έχει σχεδιάσει στην 520 West 28th Street, παραπλεύρως του High Line, το μοναδικό της έργο στην πόλη και ένα από τα τελευταία που σχεδίασε πριν από τον θάνατό της το 2016 – και να σπαμάρω με σχετικά stories το Instagram.
Αντίστοιχη μανία έχω και με τα αντικείμενα που ακολουθούν τις iconic καμπυλωτές γραμμές της και είναι διαθέσιμα στο επίσημο site zaha-hadid-design. Μέχρι τώρα είχαμε στο σπίτι εις διπλούν εκείνα τα βάζα-καθρέφτες από ανοξείδωτο ατσάλι, ενώ είχα ζηλέψει την παλιότερη συνεργασία του brand με τη WMF για ένα σετ μαχαιροπίρουνα που δυστυχώς είναι πλέον out of stock. Ο Μιχάλης μας έκανε πρόσφατα δώρο δύο υπέροχους μύλους για αλατοπίπερο (που δεν μου πάει καθόλου να τους καταχωνιάσω στην κουζίνα, γι’ αυτό τους έχω μοστράρει στο σαλόνι) και ένα κερί με νότες από δαμάσκηνο, ρόδο και κανέλλα, τοποθετημένο σε ένα πανέμορφο δοχείο. Το πνεύμα της Ζάχα ίπταται στο σαλονάκι μου!
Θέλουμε τα πιάτα που φτιάχνονται σε μια κρυφή μιλανέζικη αυλή
Νομίζω πως η εποχή που τα περίτεχνα, ζωγραφισμένα, πληθωρικά στολισμένα πιάτα θεωρούνταν κάπως πασέ, σαν να τα έχουμε κληρονομήσει με το ζόρι από κάπου, έχει πια παρέλθει. Λίγο η τέχνη της κεραμικής, που μας γυρνάει σε μια αναλογική πραγματικότητα, λίγο η πανδημία, που μας έκλεισε μέσα και μας έκανε να επανεξετάσουμε όσα μας περιβάλλουν στον πιο προσωπικό μας χώρο, λίγο η art de la table, που αποτελεί την απόλυτη τάση από τα εστιατόρια μέχρι τα dinner parties μεταξύ αγνώστων, τα οποία ανθούν στην πόλη, δεν θέλει και πολύ για να αρχίσουμε να θέλουμε τα πιάτα μας να έχουν το κάτι παραπάνω, λίγη προσωπικότητα, ίσως και υπογραφή.
Θέλετε και μπορείτε να επενδύσετε σε ένα νέο σερβίτσιο; Σε μια κρυφή αυλή στο ιστορικό κέντρο του Μιλάνου το Laboratorio Paravicini δημιουργεί εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια πιάτα χειροποίητα, ζωγραφισμένα στο χέρι, μικρά έργα τέχνης εμπνευσμένα από τη φύση ή από τη χαρακτηριστική τεχνοτροπία των κεραμικών Ιζνίκ – μπορεί ακόμα να απεικονίζουν ονειρικούς κόσμους αποτελούμενους από ζογκλέρ ή αερόστατα. Έχει ποικιλία σε συλλογές, εγώ ερωτεύτηκα την Gardens, ένα σετ οκτώ πιάτων και οκτώ μυστικών, παραδεισένιων κήπων.
πηγή: lifo