Η Γερμανίδα digital nomad που αγάπησε τα Χανιά – “Χόρεψε μέχρι και σάλσα στο κέντρο της πόλης”
Μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες, η Λάουρα ξυπνούσε κάθε πρωί στο μικρό Airbnb διαμέρισμά της και διέσχιζε τα γραφικά δρομάκια του Μόχλου, ανταλλάσσοντας καλημέρες με τους ντόπιους. Έκανε μια στάση σε μία από τις χαριτωμένες καφετέριες του πανέμορφου χωριού του Νομού Λασιθίου για τον πρωινό της καφέ, που είχε μάθει πια να παραγγέλνει στα ελληνικά – αφού εξασκήθηκε αρκετά με τη βοήθεια των φιλικών σερβιτόρων. Μετά από αυτό το καθημερινό τελετουργικό, βολευόταν στο διαμέρισμά της ή στο αγαπημένο της καφέ, όπου είχε πάντα μια θέση δική της και ένα νόστιμο σάντουιτς να την περιμένει, και ξεκινούσε τη δουλειά μπροστά στον υπολογιστή. Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο η 35χρονη Γερμανίδα έχει ζήσει στο Βέλγιο, στα Χανιά (από τον Νοέμβριο έως τον Δεκέμβριο του 2021), στα Κανάρια νησιά, στην Τουρκία, στην Πορτογαλία και ξανά στην Κρήτη, στον Μόχλο. Σήμερα βρίσκεται στο Βιετνάμ, όπου σκοπεύει να περάσει τον επόμενο μήνα. Είναι μία από τις εκατοντάδες χιλιάδες ψηφιακούς νομάδες-παιδιά της πανδημίας, εργαζομένους που εγκατέλειψαν τη, συχνά καλοπληρωμένη, σταθερή τους απασχόληση και υιοθέτησαν έναν νέο τρόπο ζωής και εργασίας.
Η Λάουρα Κρέμερ κατάγεται από το Ανόβερο της Γερμανίας και έχει ζήσει στη Στουτγάρδη και στο Αμβούργο. Έχει πτυχίο στις Δημόσιες Σχέσεις και μεταπτυχιακό στην Εταιρική Επικοινωνία, όπου και εργάστηκε για κάποια χρόνια. Το 2016, συνίδρυσε μια startup που δραστηριοποιούνταν στο διαδικτυακό εμπόριο, για την οποία εργάστηκε σκληρά, σε διάφορα πόστα, και η οποία τη βοήθησε να ανακαλύψει το πάθος για το e-commerce. «Πήρα την απόφαση να γίνω digital nomad σταδιακά, στη διάρκεια της πανδημίας», θυμάται. «Εκείνη την περίοδο, παρότι η Covid-19 έπληττε πολλές επιχειρήσεις, το διαδικτυακό εμπόριο άνθιζε. Η αναζήτηση πελατών ξαφνικά γινόταν online και όσοι δεν είχαν μέχρι τότε ασχοληθεί με τον ψηφιακό μετασχηματισμό τους ξαφνικά χρειάζονταν άμεσα ένα online κατάστημα. Πολλοί από τους φίλους μου αντιμετώπιζαν τότε εργασιακά προβλήματα, ενώ οι συνάδελφοί μου κι εγώ δουλεύαμε περισσότερο από ποτέ».
«Ήθελα να αλλάξω κάτι»
Έναν χρόνο αργότερα, είχε περάσει χιλιάδες ώρες παγιδευμένη στο διαμέρισμά της δουλεύοντας υπερωρίες. «Ήξερα ότι ήθελα να αλλάξω κάτι. Έπιασα λοιπόν δουλειά σε μια γερμανική εταιρεία λογισμικού, που έδινε τη δυνατότητα στους υπαλλήλους της να εργάζονται από οπουδήποτε στη χώρα, αρκεί να είχαν καλή σύνδεση Wi-Fi». Έβλεπε τους συναδέλφους της μία φορά το δίμηνο, στα κεντρικά γραφεία, και, παρότι πολλοί από αυτούς παραπονούνταν για τη μοναξιά και την έλλειψη κινήτρων που ένιωθαν μόνοι στο σπίτι μπροστά σε μια οθόνη, η Λάουρα αισθανόταν ότι «άνθιζε». «Πήρα τη βαλίτσα μου και άρχισα να ταξιδεύω με το αυτοκίνητό μου σε όλη τη χώρα, να δουλεύω από ξενοδοχεία στο Ντίσελντορφ και στην Κολωνία, από ένα διαμέρισμα στο Ροστόκ κ.λπ. Είχα ενθουσιαστεί από την αίσθηση ελευθερίας που συνεπαγόταν το γεγονός ότι δεν είχα εργασιακή βάση και μπορούσα να δουλεύω πιο αποτελεσματικά σε ένα ήσυχο δωμάτιο ξενοδοχείου από ό,τι σε ένα open-space γραφείο. Λίγες εβδομάδες αργότερα, αποφάσισα να υιοθετήσω τον τρόπο ζωής και εργασίας του ψηφιακού νομάδα». Ξενοίκιασε λοιπόν το διαμέρισμά της, πούλησε τα έπιπλά της, άφησε τα υπόλοιπα πράγματά της στο γκαράζ των γονιών της –όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα– και ξεκίνησε. «Είχα τη δυνατότητα να ταξιδεύω σε υπέροχες πόλεις, αλλά δεν προλάβαινα να τις δω. Είχα ωράριο, ενώ συχνά τελείωνα τις συσκέψεις αργά το απόγευμα και έπειτα απλώς πήγαινα σε κάποιο εστιατόριο. Ήθελα όμως να μπορώ να εργάζομαι όχι μόνο εκτός γραφείου, αλλά και με ευέλικτο ωράριο. Αποφάσισα λοιπόν να εγκαταλείψω τη μόνιμη και καλοπληρωμένη δουλειά μου. Και δεν το μετάνιωσα ποτέ».
Η Κρήτη και η τούρτα
Για να βιοποριστεί, η Λάουρα ξεκίνησε τη δική της εταιρεία, που παρέχει συμβουλές e-commerce. Και βγήκε στον δρόμο. Στην Κρήτη έφτασε τον Δεκέμβριο του 2021. Μοίρασε τον χρόνο της ανάμεσα στο Ηράκλειο και στα Χανιά και ταξίδεψε στην ενδοχώρα. Επέστρεψε τον περασμένο Ιούλιο και αυτή τη φορά εγκαταστάθηκε στα ανατολικά, στον Μόχλο. «Η Κρήτη είναι η πιο ιδιαίτερη στάση στο ταξίδι μου μέχρι τώρα. Από παιδί επισκεπτόμουν συχνά το νησί και αργότερα ταξίδεψα στην Κω, στην Κέρκυρα αλλά και στην ηπειρωτική χώρα, στη Χαλκιδική. Για μένα η Ελλάδα είναι πολύ ιδιαίτερη, με ενθουσιάζει. Μου ήταν πολύ ξεκάθαρο ότι θα ήθελα να δουλεύω από εκεί», λέει. «Η φιλοξενία των Ελλήνων δεν μοιάζει με καμία. Όλοι ήταν τόσο βοηθητικοί και γενναιόδωροι. Ο ιδιοκτήτης του πρώτου Airbnb που νοίκιασα είχε και έναν φούρνο και μου έφερνε καθημερινά φρεσκοψημένα μπισκότα. Όταν ο γιος της οικογένειας που είχε το δεύτερο Airbnb όπου έμεινα είχε γενέθλια, βρήκα έξω από την πόρτα μου μια τεράστια τούρτα!»
Στα διαλείμματα από τη δουλειά έκανε περιπάτους ή ψώνιζε φρούτα και λαχανικά βολτάροντας στη λαϊκή. «Γνώρισα υπέροχους ανθρώπους, Έλληνες και άλλους ψηφιακούς νομάδες, με τους οποίους δοκιμάζαμε τα νέα εστιατόρια της πόλης, ενώ ο καιρός ήταν τόσο καλός, Νοέμβριο μήνα, που πήγαινα ακόμα και για κολύμπι. Θα συνιστούσα σε όλους να ταξιδέψουν στην Ελλάδα, είτε ως ψηφιακοί νομάδες είτε όχι. Για μένα η Ελλάδα είναι ένα από τα ομορφότερα μέρη στον κόσμο. Η χώρα είναι ασφαλής, οι άνθρωποι απίστευτα φιλόξενοι και βοηθητικοί, να μη συζητήσουμε για το τοπίο και το φαγητό – ένα όνειρο!» Η συμβουλή της για τους επισκέπτες είναι «απλώς να πλησιάσουν τους ντόπιους με ανοιχτό μυαλό και να συζητήσουν μαζί τους, για να μάθουν περισσότερα για τον τρόπο ζωής τους».
Χορεύοντας στον δρόμο
Η ίδια πέρασε φανταστικά, θυμάται, με τους ανθρώπους της περιοχής. «Μια μέρα, μια γυναίκα σε ένα εστιατόριο μου είπε ότι ο αδερφός της, που ήταν δάσκαλος χορού, οργάνωνε ένα event αργότερα το απόγευμα. Μαντέψτε ποια έκανε το πρώτο της μάθημα σάλσα στο κέντρο της πόλης των Χανίων – η αλήθεια είναι ότι είμαι εντελώς ατάλαντη, αλλά είχε τόση πλάκα! Μια άλλη φορά χάθηκα στην πόλη και ζήτησα από έναν κύριο να μου δώσει οδηγίες. Όχι μόνο μου έδειξε τον δρόμο, αλλά, εντελώς αυθόρμητα, μου έγραψε μια λίστα με τα αγαπημένα του εστιατόρια». Αντιμετώπισε βέβαια και προβλήματα, κυρίως με τη σύνδεση στο ίντερνετ. «Στο διαμέρισμα είχα προβλήματα συνεχώς κατά τη διάρκεια της μέρας. Όταν το είπα στην ιδιοκτήτρια του διπλανού καφέ, όχι μόνο διαμόρφωσε έναν χώρο εκεί για να μπορώ να δουλεύω, αλλά με κέρασε και ένα σάντουιτς και μαλοτήρα». Στα μειονεκτήματα του να εργάζεσαι ως ψηφιακός νομάδας στην Κρήτη συγκαταλέγει και το γεγονός ότι υπάρχουν λίγες πτήσεις στη διάρκεια του χειμώνα και μια μικρή κοινότητα ψηφιακών νομάδων. «Η Ελλάδα έχει μεγάλη δυναμική, αλλά δεν την αξιοποιεί ακόμη επαρκώς», σημειώνει. «Οι ψηφιακοί νομάδες είναι και θα γίνονται ολοένα και περισσότερο μια ομάδα που θα μπορούσε να είναι κερδοφόρα για χώρες, πόλεις, ξενοδόχους, ιδιοκτήτες Airbnb. Οι ψηφιακοί νομάδες ταξιδεύουν και εκτός σεζόν, μένουν σε ένα μέρος για πολύ καιρό. Δεν χρειάζεται μόνο να δημιουργήσουμε χώρους διαμονής με γρήγορο Wi-Fi, αλλά και ένα ελκυστικό σημείο συνάντησης για επαγγελματίες με διαφοροποιημένο know-how από ολόκληρο τον κόσμο».
Ασφάλεια και μοναξιά
Έχοντας συμπληρώσει σχεδόν δύο χρόνια εξ αποστάσεως εργασίας και ψηφιακού νομαδισμού, έχει να μοιραστεί μερικές χρήσιμες συμβουλές σχετικά με τη διαδικασία επιλογής της χώρας προορισμού: «Θα πρέπει φυσικά να λάβετε υπόψη πολλά περισσότερα από τον καλό καιρό και το αν θα μπορείτε να κολυμπήσετε στη θάλασσα μετά τη δουλειά, όπως την ταχύτητα του ίντερνετ, τη διαφορά ώρας, το πόσο ασφαλής είναι για μοναχικούς ταξιδιώτες και ειδικά για γυναίκες. Για όσους ανησυχούν ότι μπορεί να νιώσουν μοναξιά, θα πρότεινα να ψάξουν για ομάδες ψηφιακών νομάδων – απλώς πληκτρολογήστε “ψηφιακοί νομάδες” και τη χώρα στο Facebook. Εκτός από επαφές, μπορείτε να βρείτε και χρήσιμες συμβουλές για οικονομική διαμονή ή ευκαιρίες για εκδρομές και events».
Παρότι δεν έχει μετανιώσει ούτε στιγμή για την επιλογή της, δεν γνωρίζει για πόσο ακόμη θα ζει και θα εργάζεται ως ψηφιακός νομάς – θα μπορούσε εννοείται, λέει, να ζήσει στην Ελλάδα. «Η εξ αποστάσεως εργασία για μένα δεν σημαίνει μόνο ότι ταξιδεύω συνεχώς και δουλεύω κάτω από τα φοινικόδεντρα. Όπως το βλέπω εγώ, η εξ αποστάσεως εργασία σημαίνει να μη δουλεύεις από συγκεκριμένη τοποθεσία και να έχεις την ευκαιρία να εργαστείς από όπου κρίνεις ότι μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου καλύτερα και πιο παραγωγικά. Για πολλούς ανθρώπους είναι μεγάλη ανακούφιση να μη χρειάζεται να μετακινούνται καθημερινά, να έχουν την ησυχία τους, μακριά από τα θορυβώδη γραφεία. Υπάρχουν φυσικά και αυτοί που δεν θα είχαν πρόβλημα να παρατείνουν τις διακοπές τους κατά μία εβδομάδα και να εργαστούν στη διάρκειά της». Θεωρεί, άλλωστε, την ιδέα ότι εργαζόμαστε αποτελεσματικά μόνο όταν είμαστε καθισμένοι σε ένα γραφείο σε κάποιο κτίριο, αναχρονιστική. «Για τους ανθρώπους που τους αρέσει να έχουν γύρω τους τους συναδέλφους και την ομάδα τους, η εξ αποστάσεως εργασία μπορεί να είναι μοναχική. Για όσους ταξιδεύουν πολύ και εργάζονται ταυτόχρονα, όπως οι digital nomads, μπορεί να συνεπάγεται μεγάλες οργανωτικές απαιτήσεις. Όμως τελικά θα ανταμειφθούν με μια υπέροχη ισορροπία εργασιακής και προσωπικής ζωής ή εργασιακής ζωής στην… παραλία».
Είναι η Ελλάδα δημοφιλής προορισμός;
Γοητεύονται από τον ήλιο, τη θάλασσα και το φαγητό, ταλαιπωρούνται από τις αστικές και υπεραστικές συγκοινωνίες και τη δημόσια υγεία και περίθαλψη, αναζητούν απεγνωσμένα γρήγορο και αξιόπιστο ίντερνετ και επιθυμούν να ενταχθούν σε μια κοινότητα digital nomads για να μοιραστούν συμβουλές και εμπειρίες. Αυτό είναι σε γενικές γραμμές το προφίλ των ψηφιακών νομάδων που επιλέγουν την Ελλάδα ως χώρα προορισμού, όπως προκύπτει από την εμπειρία και τις έρευνες φορέων που δραστηριοποιούνται στον τομέα.
→ Μεγάλη αύξηση στην προσέλευση ψηφιακών νομάδων στην Αθήνα διαπιστώνει ο Δημήτρης Ψαλτούλης, VP of People της Blueground, εταιρείας που ξεκίνησε το 2013 από την Αθήνα και διαθέτει επιπλωμένα, πλήρως εξοπλισμένα και ελκυστικά διαμορφωμένα διαμερίσματα σε 26 πόλεις σε όλο τον κόσμο, τα οποία, μεταξύ άλλων, προτιμούν και οι νέοι εξ αποστάσεως εργαζόμενοι. «Στην Αθήνα, όπου διαθέτουμε διαμερίσματα σε Πλάκα, Κολωνάκι, νότια και βόρεια προάστια, αυτοί που αυτοχαρακτηρίζονται ως ψηφιακοί νομάδες είναι περίπου το ένα τρίτο των πελατών μας», σημειώνει.
→ Η Ελλάδα υστερεί στο κομμάτι των υποδομών σε σχέση με τους ανταγωνιστές της. Είναι λίγοι οι χώροι που μπορούν να φιλοξενήσουν και να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των ψηφιακών νομάδων, ειδικά εκτός Αθηνών. Έχουν γίνει σχετικές επενδύσεις στην πρωτεύουσα, σε Χανιά, Καλαμάτα, Βόλο, Πήλιο, Θεσσαλονίκη –όπου υπάρχουν και κοινότητες ψηφιακών νομάδων– και ανάλογες προσπάθειες αρχίζουν να γίνονται σε Ιωάννινα, Νάξο και Ρόδο. Η ανάπτυξη των δικτύων 5G έχει συμβάλει στη βελτίωση της ταχύτητας και της αξιοπιστίας του ίντερνετ, αλλά τα προβλήματα παραμένουν, κυρίως εκτός Αθηνών και μεγάλων αστικών κέντρων – ειδικά στα νησιά, όπου υπάρχει μεγάλη ζήτηση για εγκατάσταση από ψηφιακούς νομάδες.
→ Οι ψηφιακοί νομάδες που επιλέγουν την Αθήνα αναζητούν κατοικία στο κέντρο της πόλης (κοντά στην Ακρόπολη), στα νότια προάστια όσοι αγαπούν τη θάλασσα και στα βόρεια, όπου έχει δημιουργηθεί ένα οικονομικό κέντρο, διευκρινίζει ο Δημήτρης Ψαλτούλης. «Έχουν μια φιλοσοφία ζωής με βάση την οποία επιθυμούν να είναι ευέλικτοι όσον αφορά τη μορφή εργασίας τους, να πηγαίνουν από μία τοποθεσία σε μια άλλη και να δουλεύουν εξ αποστάσεως και έχουν τη θέληση να ανακαλύψουν και να γίνουν ένα με τις κοινωνίες όπου θα δουλέψουν. Έχουν έντονη την επιθυμία να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο της περιοχής αυτής και να αναπτύξουν κοινότητες. Γι’ αυτό και στην Ελλάδα έχουν δημιουργηθεί θύλακες ψηφιακών νομάδων, για παράδειγμα στα Χανιά, στο Πήλιο, στην Αθήνα», εξηγεί ο Νίκος Διαμαντόπουλος, Web and Digital Marketing Director της πρωτοβουλίας Marketing Greece για τη διαφήμιση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και μέλος της ομάδας της πλατφόρμας Workfromgreece.gr, που επικεντρώνεται στους ψηφιακούς νομάδες. «Δηλώνουν ότι είναι στις πολύ βασικές τους προϋποθέσεις να ενταχθούν σε μια κοινότητα στο πλαίσιο της οποίας θα περνούν χρόνο μαζί εκτός δουλειάς και θα μοιράζονται εμπειρίες».
→ Βασικό κριτήριο επιλογής για την τοποθεσία που θα προτιμήσουν είναι το κλίμα, ο καιρός, γι’ αυτό και βλέπουμε πολλούς εργαζομένους από βόρειες χώρες να έρχονται στην Ελλάδα, και κατά δεύτερο λόγο υποδομές όπως co-working spaces, όπου μπορούν να εργαστούν, και γρήγορη σύνδεση στο ίντερνετ», εξηγεί ο Νίκος Διαμαντόπουλος. «Η Ελλάδα διαθέτει κάποια πολύ βασικά χαρακτηριστικά που βρίσκουν ελκυστικά, εκτός από το κλίμα. Είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι, το αίσθημα της ζεστασιάς, της φιλοξενίας και της επαφής. Ο τρόπος ζωής έρχεται πολύ ψηλά στις αξιολογήσεις των ψηφιακών νομάδων και είναι ένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας», σημειώνει η Ανδρονίκη Κάλφα, Marketing Executive του Marketing Greece.
→ Κυριότεροι ανταγωνιστές της Ελλάδας είναι οι άλλες μεσογειακές χώρες, όπως οι χώρες της Ιβηρικής, Ισπανία και Πορτογαλία, και η Ιταλία. Τα πλεονεκτήματα έναντι των ανταγωνιστών που αναγνωρίζουν οι ίδιοι οι ψηφιακοί νομάδες είναι «η γλώσσα, δηλαδή το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού μιλάει καλά αγγλικά, το φαγητό και το κόστος του, αλλά και η εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα, το γεγονός ότι σε δύο ώρες μπορεί κανείς να βρίσκεται σε ένα ελληνικό νησί», λέει ο Δημήτρης Ψαλτούλης.
πηγή: flashnews