Διπλό φονικό στα Ανώγεια: «Η εικόνα του νεκρού μου πατέρα μου στοιχειώνει τις σκέψεις» – Ξεκίνησε η απολογία
Συνεχής ενημέρωση
Νωρίς το πρωί της Δευτέρας συνεχίστηκε η εκδίκαση στο Τριμελές Εφετείο Χανίων της υπόθεσης με το διπλό φονικό στα Ανώγεια που συγκλόνισε την Κρήτη τον Μάιο του 2020 όταν σκοτώθηκαν από σφαίρες στα Ανώγεια, ο 62χρονος μαντιναδολόγος Λευτέρης Καλομοίρης και ο 32χρονος Γιώργος Ξυλούρης.
Σήμερα έφτασε η ώρα της απολογίας του κατηγορουμένου Μανώλη Καλομοιρή. Από νωρίς το πρωί μέλη και των δυο οικογενειών βρίσκονται στο δικαστικό μέγαρο Χανίων ενώ ισχυρή είναι η αστυνομική παρουσία σε όλους τους χώρους.
Ο κατηγορούμενος ξεκίνησε την απολογία του βαθιά συγκινημένος λέγοντας ότι « τα τελευταία τρία χρόνια της ζωής μου τα ζω έγκλειστος μακριά από την οικογένεια μου. Είχα έναν άγιο πατέρα και τον έχασα. Η απώλεια του πατέρα μου έχει επισκιάσει τις συνθήκες που ζω. Εκείνο το μοιραίο βράδυ είχα συμμετοχή και φέρω ευθύνη.
Εκείνο το περιστατικό δεν αντικατοπτρίζει τη προσωπικότητα μου και το χαρακτήρα μου.
Δεν πέρασε ούτε ένα βράδυ που να μην μου κάνει συντροφιά στα όνειρα μου ο αφέντης μου, να μου μιλάει με αγκαλιάζει με συμβουλεύει.
Ο εφιάλτης μου ξεκινάει όταν ξυπνάω και καταλαβαίνω ότι όλα είναι αλήθεια
Η πρωτόδικη απόφαση με εξίσωσε με ένα πληρωμένο δολοφόνο, δεν σεβάστηκε τη μνήμη του πατέρα μου»
Ο κατηγορούμενος συνέχισε την απολογία περιγράφοντας όσα συνέβησαν το μοιραίο βράδυ λέγοντας ότι «εκείνο το βράδυ ήταν ένα συνηθισμένο βράδυ. Είχαμε κανονίσει την άλλη μέρα να κοινωνήσουμε με τον πατέρα μου και δεν είχα σκοπό να βγω έξω ωστόσο μου τηλεφώνησαν να περάσω να πω ένα γεια. Έκατσα πολύ λίγο και έφυγα στον δρόμο της επιστροφής ενώ περπατούσα ο Ξυλούρης βρέθηκε μπροστά μου σε πολύ κοντινή απόσταση και ήταν αρκετά επιθετικός. Προσπάθησα να διατηρήσω την ψυχραιμία μου. Γνώριζα ότι οπλοφορεί. Είπε υβριστικούς χαρακτηρισμούς για την οικογένεια μου.
Εγώ προσωπικά με τον Ξυλούρη δεν είχα σχέσεις ούτε είχα πάρει θέση στις διαφωνίες με τον πατέρα μου.
Τότε εγώ του έδωσα ένα αμυντικό χτύπημα για να περιορίσω την επιθετική του ορμή. τέτοιο παγερό βλέμμα δεν έχω ξαναδεί. Ο Ξυλούρης έφυγε βιαστικά λέγοντας « εδα που θα γυρίσω να δεις ένα σκότωμα που θα σας κάνω».
Επέστρεψα στο σπίτι μου πολύ φοβισμένος ότι θα μας πυροβολήσει. Είχαμε ένα όπλο στο σπίτι το πήρα και βγήκα έξω. Σκέφτηκα ότι αν έρθει από εκεί κινδυνεύουμε όλοι. Το όπλο το πήρα για την προστασία μου, λειτούργησα από φόβο και ότι θα έρθει όντως να μας γαζώσει.
Όση ώρα ήμουν στο σπίτι άκουγα φωνές από το σπίτι μου. Τότε είπα να φύγουμε όλοι από εκεί και ξεκίνησα πρώτος να πηγαίνω προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όλοι φύγαμε και πίστευα ότι ο πατέρας μου ήταν κοντά μου. Πίστευα ότι άμα φύγουμε και έρθει όντως ο Ξυλούρης δεν θα βρει κανένα και θα ξεθυμάνει.
Ξαφνικά άκουσα παρατεταμένες φωνές « Παναγία μου τον Λευτέρη» , « τον άντρα μου” αλλά πυροβολισμό δεν άκουσα.
Φεύγοντας από εδώ σήμερα δεν θα βγω κερδισμένος, τα έχω χάσει όλα, ορφάνεψα. Έκανα την μεγαλύτερη αμαρτία. Δεν ήθελα να γίνω δολοφόνος»
Ο κατηγορούμενος βαθιά συγκινημένος συνέχισε λέγοντας «όταν άκουσα τις φωνές κατάλαβα ότι χάνω τον πατέρα μου κι έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Έφτασα όσο πιο γρήγορα αλλά δεν μπορούσα να δω κάτι από τον κόσμο που ήταν μπροστά. Ο πρώτος που είδα ήταν ο Ξυλούρης αλλά τον πατέρα μου δεν τον είχα δει ακόμα. Δεν ασχολήθηκα με τον Ξυλούρη τον πατέρα μου έψαχνα και τότε τον είδα πεσμένο κάτω. Η εικόνα του νεκρού μου πατέρα μου στοιχειώνει τις σκέψεις, είναι μόνιμα αποτυπωμένη στο μυαλό μου. Όταν είδα τον πατέρα μου ανήμπορο να μιλήσει λειτούργησα ενστικτωδώς και πάτησα την σκανδάλη».